ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: «Οποίον δεί είναι τον ιερέα προς εαυτόν»

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

«Οποίον δεί είναι τον ιερέα προς εαυτόν»




ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ . «Οποίον δει είναι τον ιερέα προς εαυτόν»


Στο προηγούμενο κεφάλαιο αναπτύξαμε το μυστήριο της ιεροσύνης σε σχέση με το πρόσωπο και το έργο του Χριστού. Και είδαμε ότι πρώτος αρχιερέας και πηγή της ιεροσύνης  είναι ο ίδιος ο Χριστός. Πώς πρέπει να είναι ο ιερέας;Το μέγεθος της ιεροσύνης φανερώνει ο ιερός Χρυσόστομος, όταν, όπως προαναφέραμε, αναφέρεται στην αγάπη, την οποία πρέπει να τρέφει ο υποψήφιος ιερέας προς τον Χριστό. Μία αγάπη η οποία πρέπει να συνέχει αυτόν, που θα αναλάβει την διακονία των μελών της Εκκλησίας Του. Μπορεί όμως ο καθένας υποψήφιος ιερέας να δείξει αυτή του την αγάπη; «Εικότως άρα έλεγε ο Χριστός. Τις άρα ο πιστός δούλος και φρόνιμος, ον κατέστησε ο Κύριος αυτού επί την οικίαν αυτού;»65. Ποιος λοιπόν είναι ο πιστός και φρόνιμος δούλος που θα καταστήσει ο Κύριος επιστάτη στην οικία Του;66Και συνεχίζει ο ιερός Πατέρας: «Πάλιν τα μεν ρήματα απορούντος , ο δε φθεγγόμενος αυτά ουκ απορών εφθέγγετο...ου τον πιστόν και φρόνιμον αγνοών έλεγεν, αλλά παραστήσαι θέλων το του πράγματος σπάνιον και της αρχής ταύτης το μέγεθος»67.


Και πάλιν εδώ τα λόγια φαίνεται να εκφράζουν απορία, αλλά ο Χριστός δεν τα απηύθυνε λόγω απορίας. Δεν ερωτά, διότι αγνοεί τον πιστό και φρόνιμο, αλλά διότι θέλει να παραστήσει πόσο σπάνιοι είναι τέτοιοι δούλοι και πόσο σπουδαία είναι αυτή η εξουσία! Για να τονίσει μάλιστα το πόσο σπουδαίο είναι από τη μια το έργο του ιερέα, αφού αυτός θα είναι ο διαχειριστής ολόκληρης της περιουσίας του, αλλά και πόσο ικανό το πρόσωπο  του  ιερέα,  αφού  αυτός  πρέπει  να  είναι  μιμητής  του  ιδίου  του Χριστού, τονίζει ότι δεν αρκούν οι νηστείες, οι χαμαικοιτίες, οι αγρυπνίες ή το να είναι κάποιος προστάτης αδικουμένων και ορφανών, για να ανυψωθεί στο μεγάλο ύψος της ιεροσύνης. Δεν ζητάει αυτά ή μόνον αυτά. Αυτά μπορούν λίγο ή πολύ να τα προσφέρουν στο Θεό πολλοί και άνδρες και γυναίκες. Και μάλιστα να τα προσφέρουν από αγάπη προς τον Θεό. Αλλά όμως για την ιεροσύνη και για την διαποίμανση   της Εκκλησίας και την επιμέλεια τόσων ψυχών έχει παραμερίσει όλο το γυναικείο φύλο και το μεγαλύτερο μέρος από το ανδρικό.

Ξεκάθαρη η θέση του ιερού Χρυσοστόμου και ως προς την χειροτονία των γυναικών, η οποία στις μέρες μας ευρέως συζητείται στους θεολογικούς διαλόγους κυρίως με τους ετεροδόξους Αγγλικανούς. Πώς λοιπόν θα πρέπει να είναι αυτοί, που θα προχωρήσουν στην ιεροσύνη, αφού αποκλείουμε όλες τις γυναίκες, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος των ανδρών; Από τους λίγους αυτούς, πρώτοι είναι αυτοί, που θα αγαπούν τον Χριστό και θα υπερτερούν σε χαρίσματα και αρετή από όλους τους άλλους: «Αγέσθωσαν δε εις μέσον ου πολλώ  τω  μέτρω  πλεονεκτούντες  απάντων  και  τοσούτον  υψηλότεροι  των άλλων κατά την ψυχής όντες αρετήν»68.

Και μάλιστα δίνει και το μέγεθος της διαφοράς της αρετής αυτού που θα ποιμάνει από τον ποιμαινόμενο. Αφού δίνει ως μέτρο τον Σαούλ69, που στις αρετές ήταν υψηλότερος από όλο το Εβραϊκό έθνος. ΄Η, ακόμα, «μη γαρ μοι μόνον υπερωμίας  ενταύθα ζητείσθω  μέτρον, αλλ’ όση προς τα άλογα των λογικών ανθρώπων η διαφορά, τοσούτον του ποιμένος και των ποιμαινομένων η διαφορά, τοσούτον του ποιμένος και των ποιμαινομένων έστω το μέσον...»70. Σε τέτοιο ύψος αρετής πρέπει να βρίσκεται αυτός, που θα ποιμάνει τα λογικά πρόβατα του Χριστού, γιατί αναφερόμαστε σε πολυτιμότατα πράγματα και δη στην αθάνατη ψυχή των ανθρώπων, που αποτελούν τον λαό του Θεού. Και γιατί καμία αποζημίωση δεν μπορεί να δώσει αυτός, που θα γίνει πρόξενος απώλειας, έστω και μιας ψυχής από αυτές που του εμπιστεύτηκε ο Χριστός. Κανένα χρηματικό ποσό δεν μπορεί να δώσει, για να διορθώσει το λάθος ή την  αμέλειά του, αλλά το τίμημα θα το πληρώσει με την ίδια την ψυχή του. Ο ποιμένας χρειάζεται μεγάλη φρόνηση και γενναία ψυχή, η οποία να μην αποθαρρύνεται και να μην απελπίζεται. Ο ιερέας πρέπει, εκτός των ανωτέρω, να έχει και καλή φήμη μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά και αυτή, η καλή φήμη δηλαδή, να μην είναι από μόνη της αρκετή, ως κριτήριο για την επιλογή του   ιερέα. Πρέπει να υπάρχει η καλή έξωθεν μαρτυρία, όπως η Εκκλησία την ορίζει, σε συνδυασμό με την πραγματικότητα του χαρακτήρα του υποψηφίου. Οι υποψήφιοι ιερείς πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους αφιερωμένους στο Θεό και να τους χαρακτηρίζει η ευλάβεια αυτής της αφιέρωσης.

Στον Γ΄ του Λόγο ακόμα αναφέρεται ο Άγιος για την καθαρότητα που πρέπει να χαρακτηρίζει τον ιερέα. Πρέπει να κρατεί τον εαυτό του καθαρό και μάλιστα τόσο καθαρό, ως να στέκεται, γιατί όντως στέκεται, στους ουρανούς με τις αγγελικές δυνάμεις: «Διό χρη τον ιερωμένον, ώσπερ εν αυτοίς εστώτα τοις ουρανοίς, μεταξύ των δυνάμεων εκείνων, ούτως είναι καθαρόν» 71. Πρέπει λοιπόν να είναι απαλλαγμένος από το σαρκικό φρόνημα, που κρατά τον άνθρωπο  δέσμιο  στα  επί  της  γης  και  δεν  τον  αφήνει  ελεύθερο  στα  των ουρανών, που αναφέρονται, όσον επιτελεί με την χάρη της ιεροσύνης.

Και τι δουλειά έχει να ζητά την ιεροσύνη αυτός που έχει καταβληθεί από την κενοδοξία; Η κενοδοξία πρέπει να απουσιάζει παντελώς από την ψυχή του ιερέα. Πιο εύκολα μπορεί να περάσει από το νησί των σειρήνων, παρά από τον  κίνδυνο  της  κενοδοξίας:  «Και  πρώτον  απάντων  ο  δεινότατος  της κενοδοξίας σκόπελος, χαλεπώτερος ων ου περ οι μυθοποιοί τερατεύονται των σειρήνων»72.
Ακόμα αυτός που θα τολμήσει να προσέλθει στην ιεροσύνη πρέπει να απέχει από το θυμό, την αθυμία, το φθόνο, την εριστική διάθεση, να μην είναι δηλαδή  εριστικός  στον  χαρακτήρα  και  τη  συμπεριφορά.  Να  απέχει  από διαβολές,  ψέμα  και    υποκρισία.  Δεν  πρέπει  να  έχει  καμία  οργή  για  τους αθώους, αλλά να είναι αυτός που θα είναι συμπαραστάτης τους και υπερασπιστής τους. ΄Οχι μόνο να μην έχει ευχαρίστηση αλλά και να λυπάται για τις ασχημοσύνες των λειτουργών. Να μην αγαπά τους επαίνους και να μισεί κάθε πόθο για δόξα, αφού η δόξα είναι η καταστρεπτικότερη για την ανθρώπινη ψυχή από όλες τις κακίες.

Ακόμα να του είναι άγνωστα τα κηρύγματα, που σκοπό έχουν να ικανοποιήσουν τους ανθρώπους, παρά να τους οδηγήσουν στην αλήθεια. Να απέχει  από  ατιμωτικά  καλοπιάσματα,  που  δεν  πρέπει  να  αρμόζουν  στον ευλαβή ιερέα. Αλλά πρέπει συνάμα να μην περιφρονεί τους φτωχούς και να δίνει σημασία στους πλουσίους, γιατί από τους πλουσίους   θα μπορούσε να έχει κάποιο όφελος χρηματικό ή άλλο που συνεπάγεται   ο πλούτος και η εξουσία τους. Να απέχει δηλαδή από αλόγιστες και επιβλαβείς διακρίσεις και επικίνδυνες εύνοιες. Η παρρησία να είναι γι’ αυτόν οδοδείκτης και να αποστρέφεται τον δουλοπρεπή φόβο. Να έχει δηλαδή θάρρος στην ομολογία της αλήθειας, αλλά όμως και αληθινή   ταπεινοφροσύνη και να είναι δίκαιος προς όλους, ανεξαρτήτως θέσεως. Να έχει το θάρρος και τη δύναμη η συμπεριφορά του να είναι αληθινή και προς τους ταπεινούς και προς τους αξιωματούχους73.Πρέπει ο ιερέας ακόμα να προσέχει τον εαυτό του από τις συναναστροφές με τις γυναίκες. Όχι μόνο, για να μην μολύνει την ιεροσύνη του, αλλά και γιατί πολλές φορές οι γυναίκες επιχειρούν να διοικούν το ποίμνιο του Χριστού μέσω των ιερέων.

Ο ιερέας και ο επίσκοπος, ας έχουν ανεπτυγμένο το θυμικό της ψυχής, γιατί η κεφαλή πρέπει να είναι ισχυρότατη στο να συγκρατεί κάθε πειρασμό που θα αντιμετωπίσει. Το θυμικό της ψυχής είναι αυτό που θα δώσει την ψυχική δύναμη στον ιερέα ποιμένα να αντιπαλεύει την αμαρτία, αλλά και τη δύναμη  να  διοικεί  την  ποίμνη  του,  χωρίς  να  άγεται  και  να  φέρεται  από πρόσωπα που δεν αγαπούν την Εκκλησία ή που ενδιαφέρονται να διοικούν μέσω του την Εκκλησία. Οσο πρέπει να απέχει από την κενοδοξία,  άλλο τόσο πρέπει να απέχει και από την φιλοδοξία. Η φιλοδοξία εγκλωβίζει τον ποιμένα να ενεργεί με γνώμονα το πάθος του, για να αποκτήσει την ανθρώπινη δόξα και τιμή. Αυτό τον οδηγεί, αναφέρει ο Ιωάννης, ακόμα και πολλές φορές στο να κάνει το παν, για να κρατά το αξίωμά του, γιατί το βλέπει ως αξίωμα, με κάθε τίμημα. Πρέπει  να  έχει  συνείδηση  ο  ερχόμενος προς  τον  κλήρο,  ότι,  αν  προκύψει οτιδήποτε που θα τον κωλύει να συνεχίσει την ιερατική του πορεία και να είναι άξιος καθαιρέσεως, να φεύγει από μόνος του και όχι να περιμένει να τον καθαιρέσουν ή το χειρότερο να κάνει το παν, και μετά την πτώση του, να παραμείνει στη θέση του: «Αλλ’ ουδείς ανέξεται ποτέ δεινόν γαρ αληθώς, δεινόν το ταύτης γλίχεσθαι της τιμής»74.
Ο ιερέας από την άλλη πρέπει να είναι πραγματικά ελεύθερος και να είναι έτοιμος να κάνει βίωμα και πράξη στη πορεία του το «μακάριοί έστε, όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς»75.Πολύ τονίζει ακόμα ο ιερός Πατέρας τη νηφαλιότητα, που πρέπει να διακατέχει τον ιερέα. Ο θυμός είναι ένας καταστροφικός σύμβουλος στην ιεροσύνη, που προκαλεί τεράστιες καταστροφές και προς τον ίδιο και προς το περιβάλλον του: «Θυμός δε άγριος εις τε τον κεκτημένον, εις τε τους πλησίον μεγάλας εργάζεται συμφοράς»76.

Ο ιερέας πρέπει να είναι πρότυπο στο ποίμνιό του. Και η πιο μικρή αδυναμία αναφέρει ο ιερός Χρυσόστομος, είναι εμφανής στο ποίμνιό του. Οι αρχόμενοι πάντοτε έχουν την συνήθεια να βλέπουν την διαγωγή των αρχόντων τους και να ρυθμίζουν έτσι τη δική τους διαγωγή: «Πέφυκε γαρ, ως τα πολλά  το  των  αρχομένων  πλήθος,  ώσπερ  εις  αρχέτυπόν  τινα  εικόνα  τους  των αρχόντων τρόπους οράν και προς εκείνους εξομοιούν εαυτούς»77. Πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για τον ιερέα ή και τον επίσκοπό τους. Από τη μια, πώς μπορεί να θεραπεύσει μια αδυναμία ή ένα πάθος σ’ έναν άνθρωπο, αφού ο ίδιος υποφέρει από το ίδιο πάθος και από την άλλη, γίνεται παράδειγμα προς  τον  άνθρωπο:  «Ου  γαρ  εστιν,  ουκ  εστι  δυνατόν,  τα  των  ιερέων κρύπτεσθαι ελαττώματα. Αλλά και τα μικρότατα ταχέως κατάδηλα γίνεται»78. Και τούτο πρέπει να προσέξουν οι ιερείς, γιατί εδώ αναλαμβάνει τον ρόλο ο διάβολος, ως προς τη διαποίμανσή τους.

Ο επίσκοπος, σύμφωνα με τον συγγραφέα των λόγων που μελετούμε, πρέπει  να  είναι  συγχρόνως  σοβαρός  και  απλούς,  φοβερός  και  επιεικής, «αυταρχικός» και κοινωνικός, αδέκαστος και εξυπηρετικός, ταπεινός και αξιοπρεπής, αυστηρός και ήρεμος. Να έχει θάρρος και να βλέπει μόνον πώς θα οικοδομεί την Εκκλησία. Πρέπει με λίγα λόγια να τον χαρακτηρίζει η αρετή των  αρετών,  που  κατά  τους  πατέρες  είναι  η  διάκριση,  αλλά  όμως  και  η διόραση. Να έχει δηλαδή τα μάτια του στραμμένα σε όλες τις πλευρές, γιατί δεν ζει μόνον για τον εαυτό του, αλλά για όλο τον κόσμο.
Ο έχων την ιεροσύνη πρέπει να ελέγχει συνεχώς την ψυχή του και να εξετάζει συνεχώς όλες τις διαθέσεις και τις ροπές της. Πρέπει να είναι σε μία συνεχή νήψη με έλεγχο της ψυχής του. Δεν μπορεί να κρίνει τους άλλους με βάση τις δικές του αδυναμίες, γιατί τότε θα ζημιώνει και ο ίδιος, θα ζημιώνει και τους άλλους, που έρχονται κοντά του με σκοπό τη σωτηρία της ψυχής τους. Η ψυχή του πρέπει να είναι καθαρή, μάλιστα καθαρότερη από τις ακτίνες του ήλιου, ώστε να μην τον εγκαταλείψει ποτέ το ΄Αγιο Πνεύμα, ώστε να έχει δικαίωμα να λέγει αυτό που λέει ο Παύλος: «Δεν ζω πλέον εγώ ο ίδιος, αλλά μέσα μου ζει ο Χριστός»79. «Και γαρ των ακτίνων αυτών καθαρωτέραν τω  ιερεί την ψυχήν είναι δει, ίνα μηδέποτε έρημον αυτόν καταλιμπάνη το Πνεύμα το άγιον. Ινα δύναται λέγειν ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»80.Πρέπει να εξετάζει την ψυχή του, να ζει βίον αγγελικό, κατά τον συγγραφέα, αλλά και να έχει πόθο Χριστού. «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν»81.  Μιλώντας για τον Απόστολο Παύλο, που είναι το μέτρο σύγκρισής του για τον επίσκοπο και τον ιερέα, αναφέρει το πόσο μεγάλο πόθο Χριστού είχε αυτός ο Απόστολος των Εθνών Παύλος: «Τις ούτως επόθησε τον Χριστόν, εί γε πόθον αυτόν δει καλείν, αλλ’ ουκ έτερόν τι του πόθου πλέον»82. Τέτοιο πόθο και αγάπη προς τον Χριστό πρέπει να έχει και ο ιερέας και με αυτό τον πόθο και την αγάπη να προσέχει τον εαυτό του.

67 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Β΄, 21-24, σσ86
68 Ό. π., 15-16, σσ88
69 Α’ Βασιλειών 10, 23
70 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Β΄, 19-22, σσ88
71 Ιωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Γ΄, ό. π., 19-21, σσ120
72 Ό. π., 22-23, σσ134
73 Ό. π., 2-15, σσ136
74 Ό. π., 29-30, σσ140
75 Ματθ. 5, 11
76 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Γ΄, 2-3, σσ148
77Ό. π., 11-14, σσ150
78 Ό. π., 17-18, σσ150
79 Γαλ. 2, 20
80 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος ΣΤ΄, 8-12, σσ260
81 Λουκ. 14, 28
82 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Δ΄, 4-6, σσ226
83 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Β΄, 7-11, σσ90
84 Α΄Πέτρ. 5, 8
85 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Γ΄, 117-20, σσ152
86 Ιωάννου Χρυσοστόμου, ό. π., Λόγος Δ΄, 21-24, σσ212
87 Ό. π., 25-28, σσ214 & 1-2, σσ216
88 «και μήτοι με νομίσεις τα πράγματα τω λόγω μηδ’ ότι τω σώματι τούτω καθάπερ τινι δεσμωτηρίω κατακλεισθέντες των αοράτων ουδέν δυνάμεθα ιδείν, μεγάλα και ειρημένα είναι νομίσης. Πολύ γαρ ταύτης της μάχης μείζονα και φρεικωδέστερα είδες αν, ει του διαβόλου


ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΜΑΡΙΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΞΙ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Διπλωματική Μελέτη
Υποβληθείσα στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Θεολογικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο «Νεάπολις»
ΠΑΦΟΣ 2015
Επιβλέπων Καθηγητής: Νικόλαος Νικολαίδης
Εξεταστική Επιτροπή:








Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |