ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 20 ΤΩΒΙΤ

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

20 ΤΩΒΙΤ




ΓΡΑΦΗ

Εισαγωγή

    Το βιβλίο “Τωβίτ” φέρει ως τίτλο το όνομα ενός ευσεβή Ιουδαίου της διασποράς, ο οποίος είναι ένας από τους ήρωες της ιστορίας που αφηγείται ο ίδιος.
    Η γλώσσα του πρωτοτύπου (εβραϊκή, αραμαϊκή ή ελληνική) είναι άγνωστη. Το έργο παρατίθεται από την ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο') και κατατάσσεται συνήθως στα Ιστορικά Βιβλία” της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ απουσιάζει από την Εβραϊκή Βίβλο.
    Το περιεχόμενο του έργου αναφέρεται στις δοκιμασίες και στις περιπέτειες δύο συγγενών ιουδαϊκών οικογενειών, του Τωβίτ και του Ραγουήλ, οι οποίες ζούσαν στη Νινευή και στα Εκβάτανα αντίστοιχα. Ο Τωβίτ χάνει την περιουσία του και τυφλώνεται, ενώ η κόρη τού Ραγουήλ, η Σάρρα, χάνει διαδοχικά εφτά συζύγους, οι οποίοι πεθαίνουν την πρώτη νύχτα του γάμου της. Με παρέμβαση του Θεού τα προσωπικά δράματα μεταστρέφονται σε ευτυχία: Υπό την καθοδήγηση του αγγέλου Ραφαήλ, ο Τωβίας, γιος του Τωβίτ, παίρνει ως σύζυγο τη Σάρρα και θεραπεύει τον πατέρα του.

    Το έργο, που στηρίζεται σε μια παλιά, ευρύτατα διαδεδομένη, λαϊκή παράδοση, συνιστά μια δημώδη αφήγηση με έντονα διδακτικό-παραινετικό χαρακτήρα. Ο συγγραφέας δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στην ακρίβεια των ιστορικών και γεωγραφικών δεδομένων της αφήγησης, την οποία χρησιμοποιεί απλώς ως πλαίσιο για τη διατύπωση της διδασκαλίας του. Οι διάφοροι χαρακτήρες του έργου προβάλλονται ως πρότυπα της ιουδαϊκής ευσέβειας, διδάσκεται η εμπιστοσύνη στο Θεό και η υποταγή στο νόμο του και τονίζεται η σημασία της οικογένειας και του γάμου. Ιδιαίτερα όμως τονίζεται ο ρόλος των αγγέλων ως οργάνων της πρόνοιας του πανάγαθου Θεού, ο οποίος είναι πάντα παρών και ευεργετεί τους πιστούς του.
    Διάγραμμα του περιεχομένου
    1. Οι δοκιμασίες και οι προσευχές του Τωβίτ και της Σάρρας:        1,1-3,17
    2. Οδηγίες του Τωβίτ προς τον Τωβία:                                               4,1-21
    3. Το ταξίδι του Τωβία και του Ραφαήλ:                                           5,1-6,19
    4. 0 γάμος του Τωβία με τη Σάρρα:                                                  7,1-9,6
    5. Επιστροφή από το ταξίδι και θεραπεία του Τωβίτ:                       10,1-11,19
    6. Η αποκάλυψη της ταυτότητας του αγγέλου Ραφαήλ:                   12,1-22
    7. Ευχαριστήριος ύμνος του Τωβίτ και συμβουλές προς τον Τωβία:   13,1-14,15
                         

ΤΩΒΙΤ 1 
1Βιβλίο της ιστορίας του Τωβίτ, του οποίου οι πρόγονοι κατευθείαν ανιούσα γραμμή ήταν οι: Τωβιήλ, Ανανιήλ, Αδουήλ και Γαβαήλ· ο τελευταίος ανήκε στη συγγένεια του Ασιήλ της φυλής Νεφθαλίμ. 2Την εποχή του Ενεμεσσάρου,α βασιλιά των Ασσυρίων, πήραν αιχμάλωτο τον Τωβίτ από τον τόπο της καταγωγής του, τη Θίσβη, στη βόρεια Γαλιλαία. Η Θίσβη βρίσκεται νότια της Κυδίως στην περιοχή της φυλής Νεφθαλίμ, πάνω από την περιοχή της φυλής Ασήρ.
Ο γέροντας Τωβίτ αφηγείται τη ζωή του
3Εγώ ο Τωβίτ, σ’ όλη μου τη ζωή ακολούθησα το δρόμο της αλήθειας και της δικαιοσύνης κι έκανα πολλές ελεημοσύνες προς τους συγγενείς μου και τους συμπατριώτες μου, που είχαν εκτοπισθεί μαζί μου στη Νινευή, πρωτεύουσα της Ασσυρίας. 4Όταν ήμουν νέος και βρισκόμουν στον τόπο μου, δηλαδή στο Ισραήλ, όλη η φυλή του προγόνου μου Νεφθαλίμ αποστάτησε από το ναό της Ιερουσαλήμ, της πόλης που είχε επιλεγεί απ’ όλες τις φυλές του Ισραήλ για να θυσιάζουν εκεί. Ο ναός είχε καθιερωθεί για να κατοικεί ο Ύψιστος εκεί, και είχε χτιστεί για όλες τις μελλοντικές γενιές, στους αιώνες.
5Όλες οι φυλές που είχαν μαζί αποστατήσει, θυσίαζαν στο Βάαλ, στο άγαλμα μιας μικρής αγελάδας, ακόμα και η φυλή του Νεφθαλίμ, του προγόνου μου. 6Πολλές φορές εγώ ήμουνα μόνος από τη φυλή μου που πήγαινα στις γιορτές στην Ιερουσαλήμ τους πρώτους καρπούς και το δέκατο από τα προϊόντα κι από το πρώτο μαλλί, όταν κουρεύαμε τα πρόβατα, όπως προστάζει ο νόμος τον κάθε Ισραηλίτη ως εντολή αιώνια. 7Έδινα αυτές τις προσφορές στους ιερείς, τους απογόνους του Ααρών, για το θυσιαστήριο όπου προσφέρονταν όλοι οι καρποί. Το πρώτο δέκατο των καρπών το έδινα στους λευίτες, που υπηρετούσαν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Το δεύτερο δέκατο το πουλούσα και πήγαινα και ξόδευα τα χρήματα στο ναό της Ιερουσαλήμ κάθε χρόνο. 8Το τρίτο δέκατοβ το έδινα σ’ εκείνους που το δικαιούνταν, όπως είχε διατάξει η γιαγιά μου η Δεββώρα, μητέρα του πατέρα μου, γιατί είχα μείνει ορφανός από πατέρα.
9Όταν μεγάλωσα, πήρα γυναίκα την Άννα από τους απογόνους της φυλής μας, και απέκτησα μ’ αυτήν τον Τωβία.
Ο Τωβίτ οδηγείται στην αιχμαλωσία με τους Ισραηλίτες
10Αργότερα οδηγήθηκα αιχμάλωτος στη Νινευή. Εκεί όλοι οι συγγενείς μου και όλοι όσοι ανήκαν στη φυλή μου τρέφονταν με τις ίδιες τροφές που τρέφονταν και οι ειδωλολάτρες. 11Εγώ όμως συγκρατήθηκα και δεν έφαγα απ’ αυτές. 12Επειδή ήμουν πιστός στο Θεό μ’ όλη μου την καρδιά, 13ο Ύψιστος με αξίωσε να κερδίσω την εύνοια και την εκτίμηση του βασιλιά Ενεμεσσάρου, ο οποίος και με διόρισε προμηθευτή του.
14Έτσι ταξίδευα συχνά στη Μηδία για προμήθειες και κάποτε που πήγα στους Ράγουςγ της Μηδίας, άφησα στο Γαβαήλο, αδερφό του Γαβρία, δέκα τάλαντα ασήμι για λογαριασμό μου.
Οι αγαθοεργίες του Τωβίτ προς τους συμπατριώτες του
15Όταν πέθανε ο Ενεμεσσάρος, τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του ο Σενναχηρίμ.δ Σύντομα όμως οι δρόμοι της Μηδίας έγιναν επικίνδυνοι κι έτσι δεν μπορούσα πια να πάω στη Μηδία. 16Την εποχή όμως του Ενεμεσσάρου έκανα πολλές αγαθοεργίες προς τους συμπατριώτες μου Ισραηλίτες. 17Μοιραζόμουν το φαγητό μου με τους πεινασμένους κι έδινα τα ρούχα μου στους φτωχούς· κι αν έβλεπα κανέναν από τους συμπατριώτες μου να έχει πεθάνει και να τον έχουν ρίξει έξω από τα τείχη της Νινευή, τον έθαβα. 18Επίσης έθαβα κρυφά όποιον σκότωνε ο βασιλιάς Σενναχηρίμ –γιατί πολλούς είχε σκοτώσει πάνω στο θυμό του– όταν επέστρεφε φεύγοντας από την Ιουδαία. Ο βασιλιάς αναζητούσε τα πτώματα, αλλά δεν τα εύρισκε. 19Κάποιος όμως από τους κατοίκους της Νινευή πήγε στο βασιλιά και του φανέρωσε ότι εγώ τους έθαβα· τότε πήγα και κρύφτηκα. Κι επειδή κατάλαβα ότι με καταζητούσαν για να με σκοτώσουν, φοβήθηκα και έφυγα από τη χώρα. 20Τότε άρπαξαν όλα μου τα υπάρχοντα και δε μου ’μεινε τίποτα, εκτός από τη γυναίκα μου την Άννα, και το γιο μου τον Τωβία.
21Δεν πέρασαν πενήντα μέρες και σκότωσαν το βασιλιά οι δυο του γιοι κι έφυγαν στα βουνά Αραράτ. Στη θέση του βασίλεψε ο γιος του ο Σαχερδονός. Αυτός τοποθέτησε τον Αχιάχαρο, γιο του αδερφού μου Αναήλ, γενικό υπεύθυνο για τα οικονομικά του βασιλείου του και για τη διοίκηση. 22Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που ο Αχιάχαρος διοριζόταν σε τέτοια θέση, αφού στο παρελθόν είχε διατελέσει οινοχόος του βασιλιά Σενναχηρίμ, σφραγιδοφύλακάς του, διοικητής και λογιστής. Αυτός σαν ανιψιός μου που ήταν, μεσολάβησε στο βασιλιά για μένα κι έτσι επέστρεψα στη Νινευή.
Το ενδιαφέρον του Τωβίτ κυρίως για τους άλλους
ΤΩΒΙΤ 2
1Όταν επέστρεψα στο σπίτι μου, μου δόθηκε πίσω η γυναίκα μου η Άννα και ο γιος μου ο Τωβίας. Τη γιορτή της Πεντηκοστής, που είναι άγια μέρα, εφτά εβδομάδες μετά το Πάσχα, μου παρέθεσαν πλούσιο γεύμα και κάθισα στο τραπέζι. 2Εκεί είδα πολλά φαγητά και είπα στο γιο μου: «Πήγαινε και όποιον βρεις από τους συμπατριώτες μας φτωχό, που να είναι ακόμα πιστός στον Κύριο, φέρε τον εδώ, κι εγώ θα σε περιμένω».
3Όταν γύρισε ο Τωβίας, μου είπε: «Πατέρα, ένας συμπατριώτης μας είναι στραγγαλισμένος και πεταμένος στην αγορά».
4Τότε εγώ άφησα το φαγητό μου άθικτο κι έτρεξα, πήρα το πτώμα και το έκρυψα σε μια αποθήκη, ώσπου να βασιλέψει ο ήλιος.ε 5Όταν γύρισα, πλύθηκας κι έφαγα το φαγητό μου στενοχωρημένος. 6Τότε θυμήθηκα την προφητεία του Αμώς, που έλεγε: «Θα μετατρέψω τις γιορτές σας σε κηδείες, και όλα τα γιορταστικά τραγούδια σας σε γοερές κραυγές», και έκλαψα.
7Όταν βασίλεψε ο ήλιος, πήγα κι άνοιξα έναν τάφο και έθαψα τον νεκρό. 8Οι γείτονες με περιγελούσαν κι έλεγαν: «Αυτός τίποτα δε φοβάται πια. Πριν αρκετόν καιρό είχε αναγκαστεί να φύγει για να μην τον σκοτώσουν για την ίδια πράξη· και να τον πάλι, θάβει νεκρούς!»
Βαρύ πλήγμα για τον ευσεβή Τωβίτ
9Μετά, αφού έθαψα τον νεκρό, γύρισα την ίδια νύχτα και κοιμήθηκα κοντά στον τοίχο της αυλής, γιατί ήμουν μολυσμένος, και άφησα ακάλυπτο το πρόσωπό μου. 10Δεν ήξερα ότι υπήρχαν σπουργίτια στον τοίχο· κι όταν για μια στιγμή άνοιξα τα μάτια μου, έπεσαν μέσα τους ζεστές κοτσιλιές των σπουργιτιών και μου δημιούργησαν λευκά στίγματα. Πήγα στους γιατρούς αλλά δεν μπόρεσαν να με θεραπεύσουν. Ο Αχιάχαρος εξακολούθησε να με συντηρεί, μέχρις ότου πήγα στην Ελυμαΐδα.
11Εκείνο τον καιρό η γυναίκα μου η Άννα έκανε τις γυναικείες δουλειές· 12έστελνε ό,τι έφτιαχνε σ’ εκείνους που της παράγγελναν κι εκείνοι της έδιναν την αμοιβή της, προσθέτοντας κι ένα κατσίκι. 13Όταν γύρισε στο σπίτι και το κατσίκι άρχισε να βελάζει, της είπα: «Πού βρέθηκε το κατσίκι; Μήπως είναι κλεμμένο; Δώσ’ το σ’ εκείνους που τους ανήκει, γιατί δεν είναι σωστό να φάμε κάτι κλεμμένο».
14Εκείνη απάντησε: «Μου το ’δωσαν δώρο πέρα από την αμοιβή μου». Εγώ δεν την πίστευα και κόκκινος απ’ το θυμό τής φώναζα να δώσει το κατσίκι σ’ αυτούς που τους ανήκε. Αυτή τότε μου απάντησε: «Κι εσύ τι κέρδισες με τις ελεημοσύνες σου και τα καλά σου έργα; Τα είδαμε τ’ αποτελέσματα!»ζ
Ο Τωβίτ προσεύχεται να πεθάνει
ΤΩΒΙΤ 3
1Τότε εγώ λυπήθηκα, έκλαψα και προσευχήθηκα με πόνο: 2«Δίκαιος είσαι Κύριε», είπα· «όλα τα έργα σου και οι νόμοι σου έλεος είναι και πιστότητα, κι εσύ με κρίση αληθινή και δίκαιη κρίνεις αιώνια. 3Μη με ξεχάσεις και βοήθησέ με· για τ’ αμαρτήματά μου μη με τιμωρήσεις, ούτε για τα δικά μου και των προγόνων μου τα παραπτώματα, που πράξαμε απέναντί σου, 4παρακούοντας τις εντολές σου. Γι’ αυτό και στη λεηλασία μάς παρέδωσες και στην αιχμαλωσία και στο θάνατο· εγίναμε ντροπής παράδειγμα σ’ όλα τα έθνη όπου σκορπιστήκαμε. 5Είναι πολλές, λοιπόν, και δίκαιες οι κρίσεις σου εναντίον μου για τα δικά μου και των προγόνων μου τα αμαρτήματα, γιατί δεν εφαρμόσαμε τις εντολές σου και δε σε ακολουθήσαμε πιστά. 6Και τώρα, ό,τι σ’ αρέσει κάνε μου· πρόσταξε από μέσα μου να φύγει η ζωογόνος δύναμη, για να πεθάνω και να γίνω χώμα. Καλύτερα είναι να πεθάνω παρά να ζω, γιατί με ψέματα, άδικα με κατηγόρησαν και έχω μεγάλη στενοχώρια· διάταξε λοιπόν ν’ απαλλαγώ πια απ’ τη θλίψη ετούτη στον τόπο τον αιώνιο· και μη με αποστραφείς».
Η μεγάλη στενοχώρια της Σάρρας
7Την ίδια μέραη στα Εκβάτανα της Μηδίας, συνέβη στην κόρη του Ραγουήλ, τη Σάρρα, να την περιπαίξουν κι αυτήν κάποιες δούλες του πατέρα της, 8γιατί η Σάρρα είχε παντρευτεί εφτά άντρες, αλλά ο Ασμοδαίος,θ αυτό το πονηρό πνεύμα, σκότωνε κάθε φορά τον άντρα της πριν πλαγιάσει μαζί της, όπως πλαγιάζει κάθε σύζυγος με τη γυναίκα του. «Δεν καταλαβαίνεις», της έλεγαν, «ότι εσύ πνίγεις τους άντρες σου; Εφτά είχες και δεν πήρες το όνομα κανενός απ’ αυτούς. 9Γιατί μας παιδεύεις; Αφού πέθαναν, άντε κι εσύ καλύτερα μαζί τους, να μη δούμε ποτέ γιο ή κόρη από σένα».
10Εκείνη όταν άκουσε αυτά τα λόγια, τόσο πολύ στενοχωρήθηκε, που αποφάσισε να πάει να κρεμαστεί. Ξαφνικά όμως σκέφτηκε: «Είμαι μοναχοπαίδι του πατέρα μου· αν κάνω κάτι τέτοιο θα τον ντροπιάσω, και η μεγάλη θλίψη τώρα στα γεράματα θα τον στείλει στον άδη».
Η Σάρρα προσεύχεται να πεθάνει
11Η Σάρρα γύρισε προς το παράθυροι και προσευχήθηκε μ’ αυτά τα λόγια: «Δοξασμένος να ’σαι Κύριε, Θεέ μου, κι ευλογημένο το άγιο και ένδοξο όνομά σου για πάντα· ας σε δοξολογούν όλα τα έργα σου αιώνια! 12Τώρα, Κύριε, σ’ εσένα στράφηκα για βοήθεια. 13Πρόσταξέ με να φύγω απ’ αυτόν τον κόσμο για να μην ακούω πια τους χλευασμούς. 14Εσύ το ξέρεις, Κύριε, πως είμαι αγνή παρθένα, 15και δεν έχω ντροπιάσει το όνομά μου ούτε το όνομα του πατέρα μου στη χώρα αυτή που έχω εξορισθεί. Είμαι μοναχοκόρη του πατέρα μου· δεν έχει άλλο παιδί να τον κληρονομήσει, ούτε κανένα συγγενή ή αδερφό για να τον παντρευτώ. Δεν υπάρχει πια λόγος να ζω· έχασα και τους εφτά άντρες μου. Αν δεν σου φαίνεται καλό να με αφήσεις να πεθάνω, πρόσταξε τουλάχιστον να ενδιαφερθεί για μένα κάποιος και να με σπλαχνιστεί, για να μην ακούω πια τις κοροϊδίες του κόσμου».
Ο Θεός προετοιμάζει τη σωτηρία
16Οι προσευχές του Τωβίτ και της Σάρρας εισακούστηκαν από τον ένδοξο και μεγάλο Θεό, 17κι έστειλε τον αρχάγγελο Ραφαήλ να θεραπεύσει και τους δυο: Να αφαιρέσει τα λευκά στίγματα από τα μάτια του Τωβίτ, και να δώσει γυναίκα στον Τωβία, γιο του Τωβίτ, τη Σάρρα, κόρη του Ραγουήλ, δένοντας τον Ασμοδαίο, το κακό πνεύμα, γιατί στον Τωβία ταίριαζε να πάρει τη Σάρρα γυναίκα του.ια
Την ίδια ώρα που επέστρεψε ο Τωβίτ και μπήκε στο σπίτι του κατέβηκε και η Σάρρα, κόρη του Ραγουήλ, από το ανώγειο του σπιτιού της κάτω.
Οι τελευταίες υποθήκες του Τωβίτ στο γιο του
ΤΩΒΙΤ 4
1Εκείνη την ημέρα θυμήθηκε ο Τωβίτ τα χρήματα που είχε δώσει στο Γαβαήλ, στους Ράγουςιβ της Μηδίας, 2και σκέφτηκε: «Εγώ προσευχήθηκα να πεθάνω· γιατί δεν καλώ το γιο μου τον Τωβία να του δώσω συμβουλές προτού πεθάνω;» 3Τον κάλεσε, λοιπόν, και του είπε:
«Παιδί μου, όταν πεθάνω θέλω να με θάψεις κατά πώς πρέπει· ποτέ να μην περιφρονήσεις τη μητέρα σου· να τη σέβεσαι όσο ζεις και να κάνεις ό,τι της αρέσει· πρόσεξε να μην τη στενοχωρείς. 4Να θυμάσαι, παιδί μου, πόσους κινδύνους πέρασε για σένα, ενώ εσύ ήσουν ακόμα στην κοιλιά της. Κι όταν πεθάνει κι εκείνη, θάψε την μαζί μου στον ίδιο τάφο.
5»Σ’ όλη σου τη ζωή, παιδί μου, να θυμάσαι τον Κύριο το Θεό μας, και μη σκεφτείς ποτέ ν’ αμαρτήσεις ή να παραβείς τις εντολές του. Να είσαι ενάρετος σ’ όλη σου τη ζωή και να μην ακολουθείς το δρόμο της αδικίας, 6γιατί, με την αρετή σου θα έχεις επιτυχία στα έργα σου. 7Να δίνεις από τα υπάρχοντά σου ελεημοσύνη και μάλιστα με απλοχεριά, σε όλους όσοι είναι ενάρετοι. Όταν βλέπεις έναν φτωχό δίνε του ελεημοσύνη και μην τον αποστρέφεσαι, για να μη σε αποστραφεί κι εσένα ο Θεός. 8Ανάλογα με τα υπάρχοντά σου δίνε ελεημοσύνη· αν έχεις πολλά, δίνε πολλά· αν έχεις λίγα, δίνε από τα λίγα χωρίς επιφυλάξεις. 9Έτσι αποταμιεύεις πλούσιο απόθεμα για ώρα ανάγκης. 10Η ελεημοσύνη λυτρώνει από το θάνατο, και δεν αφήνει τον άνθρωπο να μπει στο σκοτεινό κόσμο του άδη. 11Εκείνοι που κάνουν ελεημοσύνη, προσφέρουν στον Ύψιστο τα δώρα που τον ευχαριστούν.
12»Να προσέχεις τον εαυτό σου, παιδί μου, από κάθε παράνομο δεσμό.ιγ Πρώτα απ’ όλα να πάρεις γυναίκα από τη φυλή σου. Μην πάρεις ξένη γυναίκα, γιατί εμείς είμαστε απόγονοι προφητών: του Νώε, του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, που είναι οι πιο μακρινοί μας πρόγονοι. Να θυμάσαι, παιδί μου, ότι όλοι αυτοί πήραν γυναίκες από τους ομοεθνείς τους και ο Θεός τούς ευλόγησε δίνοντάς τους παιδιά· κι επίσης τους υποσχέθηκε ότι οι απόγονοί τους θα έπαιρναν ιδιοκτησία τους τη χώρα του Ισραήλ. 13Να προτιμάς, λοιπόν παιδί μου, τους ομοεθνείς σου, άντρες και γυναίκες και να μην τους περιφρονείς μέσα σου, προκειμένου να διαλέξεις γυναίκα απ’ ανάμεσά τους. Η υπερηφάνεια προκαλεί καταστροφή και δυστυχία μεγάλη, όπως κι η απραξία φέρνει ανέχεια και φτώχεια πολλή· γιατί η απραξία είναι μητέρα της πείνας.
14»Μην καθυστερείς το μισθό του εργάτη σου, αλλά να του τον καταβάλλεις εγκαίρως· αν έτσι υπακούς στο Θεό, εκείνος θα σου το ανταποδώσει. Πρόσεχε, παιδί μου, σ’ ό,τι κι αν κάνεις και δείχνε με όλη σου τη συμπεριφορά ότι έχεις καλή ανατροφή. 15Ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν, μην το κάνεις κι εσύ στους άλλους. Μην πίνεις κρασί τόσο που να μεθάς· η μέθη είναι κακός σύντροφος για το δρόμο. 16Να μοιράζεσαι το ψωμί σου με τον πεινασμένο και τα ρούχα σου με τους γυμνούς· καθετί που σου περισσεύει να το προσφέρεις αγόγγυστα ελεημοσύνη. 17Όταν κάποιος δίκαιος πεθάνει, να πηγαίνεις στους συγγενείς του τρόφιμα·ιδ αλλά μην το κάνεις αυτό αν πεθάνει κάποιος ασεβής.
18»Να ζητάς συμβουλές από τους συνετούς και να μην περιφρονείς καμιά χρήσιμη γνώμη. 19Πάντοτε να δοξάζεις τον Κύριο το Θεό· να ζητάς απ’ αυτόν να κατευθύνει τη ζωή σου, και να δίνει επιτυχία σε όλα όσα επιχειρείς και όσα σχεδιάζεις. Σε κανένα άλλο έθνος δεν δίνει ο Κύριος την πραγματική σύνεση. Πράγματι, ο ίδιος δίνει τ’ αγαθά σε όποιον θέλει και όποιον θέλει τον ταπεινώνει. Να θυμάσαι λοιπόν, παιδί μου, τις εντολές μου και να μην αφήσεις να σβηστούν από την καρδιά σου. 20Και τώρα σου θυμίζω τα δέκα τάλαντα το ασήμι, που έχω καταθέσει στο Γαβαήλ, γιο του Γαβρία, στους Ράγους της Μηδίας. 21Μη φοβάσαι παιδί μου που γίναμε φτωχοί· θα έχεις στη διάθεσή σου πολλά πλούτη, αν σέβεσαι το Θεό και μένεις μακριά από κάθε αμαρτία και κάνεις ό,τι τον ευαρεστεί».
Ο γιος του Τωβίτ βρίσκει συνοδό
ΤΩΒΙΤ 5
1Ο Τωβίας αποκρίθηκε στον Τωβίτ: «Πατέρα, θα κάνω όλα όσα με πρόσταξες· 2αλλά πώς θα μπορέσω να πάρω τα χρήματα, αφού δε γνωρίζω το Γαβαήλ;»
3Ο Τωβίτ τού έδωσε το γραμμάτιο και του είπε: «Ψάξε να βρεις έναν άνθρωπο να σε συνοδέψει και εγώ όσο ζω θα του δίνω αμοιβή. Κι όταν φτάσεις στο Γαβαήλ, πάρε τα χρήματα».
4Ο Τωβίας πήγε να βρει έναν άνθρωπο και βρήκε το Ραφαήλ,ιε χωρίς να ξέρει ότι επρόκειτο για άγγελο.
5«Μήπως μπορείς να με συνοδέψεις στους Ράγουςις της Μηδίας;» τον ρώτησε. «Γνωρίζεις εκείνα τα μέρη;» 6Ο άγγελος του απάντησε: «Θα ’ρθω μαζί σου. Και το δρόμο ξέρω και στο συμπατριώτη μας το Γαβαήλ έχω διανυκτερεύσει».
7Ο Τωβίας του είπε: «Περίμενέ με να το πω στον πατέρα μου».
8«Πήγαινε», του είπε ο άγγελος, «αλλά μην καθυστερήσεις».
Ο Τωβίας αποχαιρετάει τους γονείς του
9Ο Τωβίας μπήκε στο σπίτι και είπε στον πατέρα του: «Βρήκα άνθρωπο να με συνοδέψει». Ο πατέρας του του είπε: «Φώναξέ τον να ’ρθει μέσα για να μάθω από ποια φυλή είναι· και αν είναι έμπιστος τότε να έρθει μαζί σου».
10Τον φώναξε και μπήκε στο σπίτι και αλληλοχαιρετήθηκαν.
11Ο Τωβίτ τον ρώτησε: «Συμπατριώτη, πες μου από ποια φυλή κι από ποια συγγένεια είσαι;» 12Ο άγγελος του απάντησε: «Φυλή και συγγένεια ζητάς εσύ ή μισθωτό, να συνοδέψει το γιο σου;» Ο Τωβίτ του είπε: «Συμπατριώτη, θέλω να μάθω τη συγγένειά σου και το όνομά σου». 13Εκείνος του απάντησε: «Είμαι ο Αζαρίας, γιος του Ανανία του ονομαστού συμπατριώτη σου».
14Ο Τωβίτ του είπε: «Καλώς ήρθες συμπατριώτη! Και μη μου θυμώνεις που ζήτησα να μάθω τη φυλή σου και τη συγγενειά σου. Είσαι κι εσύ συγγενής μου από εξαίρετη οικογένεια· εγώ τον ήξερα τον Ανανία και τον Ιωνάθαν, τους γιους του ξακουστού Σεμεΐα. Πηγαίναμε μαζί στην Ιερουσαλήμ να προσκυνήσουμε, και προσφέραμε τα πρωτογέννητα των ζώων μας και το δέκατο των προϊόντων μας. Αυτοί δεν ακολούθησαν τον κακό δρόμοιζ των άλλων συμπατριωτών μας. Από καλή οικογένεια είσαι, συμπατριώτη.
15»Πες μου, όμως, τι μισθό θέλεις να σου δώσω; Μια δραχμή την ημέρα και τα αναγκαία για σένα και το γιο μου; 16Και θα σου δώσω ακόμα παραπάνω, αν γυρίσετε πίσω γεροί». 17Έτσι και συμφώνησαν. Τότε ο Τωβίτ είπε στον Τωβία: «Ετοιμάσου για το ταξίδι και σας εύχομαι καλό δρόμο».
Όταν ο γιος του ετοίμασε ό,τι χρειάζονταν για την πορεία, ο πατέρας του του είπε: «Πήγαινε μ’ αυτόν εδώ τον άνθρωπο· κι ο Θεός που κατοικεί στον ουρανό να δώσει να ’χετε καλό ταξίδι κι ο άγγελός του να σας συνοδεύει». Βγήκαν, λοιπόν, οι δύο για να φύγουν και το σκυλί του παιδιού πήγε μαζί τους. 18Η μάνα του η Άννα έκλαιγε, κι έλεγε στον Τωβίτ: «Γιατί έστειλες μακριά το παιδί μας; Ήταν το στήριγμά μας όταν ήταν μαζί μας. 19Δε θέλουμε άλλα χρήματα· άσ’ τα να χαθούν και να ’χουμε το παιδί μας! 20Μας φτάνουν όσα μας έχει δώσει ο Κύριος για να ζούμε».
21Ο Τωβίτ όμως της είπε: «Μη στενοχωριέσαι, καλή μου· θα έρθει πίσω γερός και θα τον δεις με τα ίδια σου τα μάτια. 22Άγγελος καλός θα πορευτεί μαζί του, θα ’χει καλό ταξίδι, και θα επιστρέψει σώος και αβλαβής». 23Έτσι η Άννα σταμάτησε να κλαίει.
Ο Τωβίας πιάνει ένα ψάρι
ΤΩΒΙΤ 6
1Ο Τωβίας και ο Ραφαήλ πήραν το δρόμο κι έφτασαν το βράδυ στον ποταμό Τίγρη, όπου και πέρασαν τη νύχτα τους.
2Όταν το παιδί κατέβηκε στην όχθη να πλύνει τα πόδια του, πήδησε ένα ψάρι από το ποτάμι και ήθελε να τον καταβροχθίσει. 3Ο άγγελος του είπε: «Πιάσ’ το». Το παιδί έπιασε το ψάρι και το έβγαλε στη στεριά. 4Ο άγγελος του είπε: «Άνοιξε το ψάρι και βγάλε του την καρδιά, το συκώτι και τη χολή, και φύλαξέ τα καλά». 5Το παιδί έκανε όπως του είπε ο άγγελος· μετά έψησαν το ψάρι και το έφαγαν.
6Στη συνέχεια της πορείας τους πλησίασαν στα Εκβάτανα. 7Το παιδί είπε στον άγγελο: «Αδερφέ Αζαρία, τι τα θέλουμε το συκώτι, την καρδιά και τη χολή του ψαριού;» 8Εκείνος του απάντησε: «Εάν κάποιον, άντρα ή γυναίκα, τον ενοχλεί ένας δαίμονας ή ένα κακό πνεύμα, πρέπει κάποιος να κάψει μπροστά του την καρδιά και το συκώτι, κι ο δαίμονας δε θα τον ξαναενοχλήσει ποτέ πια. 9Η χολή χρειάζεται όταν ένας έχει λευκά στίγματα στα μάτια: αν τα αλείψει μ’ αυτήν θα θεραπευτεί».
Ο Τωβίας πρόκειται να παντρευτεί τη Σάρρα
10Όταν πλησίασαν στους Ράγους,ιη 11είπε ο άγγελος στον νέο: «Αδερφέ, σήμερα θα περάσουμε τη νύχτα μας στο σπίτι του Ραγουήλ. Αυτός είναι συγγενής σου κι έχει μια μονάκριβη κόρη, που ονομάζεται Σάρρα. 12Θα μιλήσω για να σου τη δώσουν γυναίκα, γιατί εσύ είσαι ο πλησιέστερος συγγενής της και σ’ εσένα ανήκει το δικαίωμα να την πάρεις γυναίκα και να κληρονομήσεις την περιουσία του πατέρα της. Εξάλλου το κορίτσι είναι όμορφο και μυαλωμένο. 13Άκουσέ με: θα μιλήσω στον πατέρα της και όταν επιστρέψουμε από τους Ράγους, θα κάνουμε το γάμο. Γνωρίζω ότι ο Ραγουήλ, σύμφωνα με το νόμο του Μωυσή, δε θα τη δώσει σε άλλον άντρα, γιατί αλλιώς θα καταδικαζόταν σε θάνατο· μόνο εσύ ως συγγενής έχεις το δικαίωμα να πάρεις την κόρη του γυναίκα σου, μαζί και την περιουσία, και κανένας άλλος».
Ο άγγελος εξαφανίζει όλους τους φόβους
14Τότε ο νέος είπε στον άγγελο Αζαρία: «Ναι, αδερφέ μου, αλλά έχω ακούσει ότι το κορίτσι έχει παντρευτεί άλλους εφτά άντρες, και όλοι τους πέθαναν στο νυφικό δωμάτιο. 15Εμένα όμως ο πατέρας μου με έχει έναν και φοβάμαι μήπως, όταν μπω κι εγώ στο νυφικό δωμάτιο, πεθάνω όπως και οι προηγούμενοι. Λένε πως την αγαπάει ένας δαίμονας, ο οποίος δε βλάπτει κανέναν άλλο, παρά μόνον εκείνους που την πλησιάζουν. Αν πεθάνω η λύπη για το θάνατό μου θα σκοτώσει και τον πατέρα μου και τη μάνα μου. Δεν έχουν άλλο γιο για να τους θάψει».
16Αλλά ο άγγελος του είπε: «Δε θυμάσαι που σε συμβούλεψε ο πατέρας σου να πάρεις γυναίκα από τη συγγένειά σου; Τώρα, λοιπόν, άκουσέ με, αδερφέ μου: αυτή θα γίνει γυναίκα σου· και για το δαιμόνιο μη συζητάς καθόλου· γιατί απόψε αυτή θα σου δοθεί γυναίκα. 17Όταν θα μπεις στο νυφικό δωμάτιο, πάρε σταχτωμένα κάρβουνα από το θυμιατήρι και βάλε πάνω τους ένα κομμάτι από την καρδιά και το συκώτι του ψαριού και άφησέ τα να βγάλουν καπνό. Όταν θα τα μυρίσει το δαιμόνιο, θα φύγει και δε θα ξαναγυρίσει πια. 18Πριν την πλησιάσεις μάλιστα, σηκωθείτε και οι δυο και προσευχηθείτε στον εύσπλαχνο Θεό, κι αυτός θα σας σπλαχνιστεί. Θα σας προστατέψει, μη φοβάσαι. Αυτή ήταν από πάντα προορισμένη για σένα· εσύ θα τη σώσεις και θα ’ρθεί μαζί σου, και πιστεύω ότι απ’ αυτήν θα αποκτήσεις και παιδιά».
19Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Τωβίας, αγάπησε την κοπέλα και αφοσιώθηκε ολόψυχα σ’ αυτήν.
Άφιξη στο σπίτι του Ραγουήλ
ΤΩΒΙΤ 7
1Όταν ήρθαν στα Εκβάτανα και πλησίασαν στο σπίτι του Ραγουήλ, η Σάρρα τους προϋπάντησε και τους χαιρέτησε. Αυτοί την αντιχαιρέτησαν κι εκείνη τους πέρασε στο σπίτι.
2Ο Ραγουήλ είπε στη γυναίκα του την Έδνα: «Κοίτα πόσο μοιάζει αυτός ο νέος με τον ανιψιό μου τον Τωβίτ!» 3Μετά τους ρώτησε: «Από πού είστε, συμπατριώτες;» Αυτοί του απάντησαν: «Είμαστε από τους απογόνους του Νεφθαλίμ, που είναι αιχμάλωτοι στη Νινευή».
4«Γνωρίζετε τον Τωβίτ, το συγγενή μας;» τους ρώτησε. Εκείνοι απάντησαν: «Τον γνωρίζουμε».
5«Είναι καλά;» τους είπε.
«Ζει και είναι καλά», απάντησαν. Και ο Τωβίας είπε: «Ο Τωβίτ είναι πατέρας μου». 6Ο Ραγουήλ τότε πετάχτηκε πάνω και τον φίλησε· έκλαψε και τον ευλόγησε μ’ αυτά τα λόγια: «Είσαι λοιπόν γιος του εξαίρετου εκείνου ανθρώπου!» Και όταν άκουσε ότι ο Τωβίτ είχε χάσει το φως του, λυπήθηκε και έκλαψε.
7Η γυναίκα του η Έδνα και η κόρη του η Σάρρα έκλαψαν κι αυτές και τους πρόσφεραν πρόθυμη φιλοξενία. 8Έσφαξαν ένα κριάρι από τα πρόβατά τους και τους ετοίμασαν πλούσιο τραπέζι.
Ο Τωβίας ζητάει σε γάμο τη Σάρρα
9Τότε είπε ο Τωβίας στο Ραφαήλ: «Αδερφέ μου Αζαρία, μίλησε στους ανθρώπους για κείνα που μου έλεγες στο δρόμο κι ας γίνουν όπως τα είπες. 10Ο Αζαρίας ανακοίνωσε το θέμα στο Ραγουήλ. Τότε ο Ραγουήλ είπε στον Τωβία: «Φάε, πιες κι ευχαριστήσου, γιατί εσύ έχεις το δικαίωμα να πάρεις την κόρη μου· αλλά θα σου φανερώσω όλη την αλήθεια: 11Πάντρεψα την κόρη μου με εφτά άντρες κι όταν πλάγιαζαν μαζί της, πέθαιναν την ίδια νύχτα· για την ώρα όμως απόλαυσε το φαγητό σου».
12Ο Τωβίας είπε: «Δε θα φάω τίποτα εδώ, μέχρις ότου κλείσετε τη συμφωνία μαζί μου». Ο Ραγουήλ είπε: «Σύμφωνοι! Πάρ’ την από τώρα γυναίκα σου, όπως αποφάσισες. Εσύ είσαι συγγενής της, σου ανήκει· κι ο σπλαχνικός Θεός θα σας βοηθήσει να προκόψετε με το παραπάνω».
13Έπειτα κάλεσε την κόρη του τη Σάρρα, την πήρε από το χέρι και την παρέδωσε στον Τωβία για γυναίκα του λέγοντας: «Πάρε την, σύμφωνα με το νόμο του Μωυσή, και πήγαινέ την στον πατέρα σου». Και τους ευλόγησε. 14Φώναξε και τη γυναίκα του την Έδνα, πήρε ένα χαρτί, έγραψε το συμβόλαιο και το σφράγισαν. Ύστερα άρχισαν να τρώνε.
15Στη συνέχεια ο Ραγουήλ κάλεσε τη γυναίκα του και της είπε: «Ετοίμασε, καλή μου, το άλλο δωμάτιο και οδήγησε μέσα την κόρη μας». 16Εκείνη έκανε όπως της είπε ο άντρας της κι έφερε την κόρη της στο δωμάτιο. Όταν η κοπέλα άρχισε να κλαίει, η Έδνα κατάλαβε γιατί έκλαιγε η κόρη της και της είπε: 17«Θάρρος, παιδί μου· μακάρι ο Κύριος του ουρανού και της γης να σου δώσει χαρά σ’ αυτή σου τη λύπη· θάρρος, κόρη μου».
Η παράξενη πρώτη νύχτα του γάμου
ΤΩΒΙΤ 8
1Όταν τέλειωσαν το φαγητό, οδήγησαν τον Τωβία στη Σάρρα. 2Αυτός, όταν μπήκε στο δωμάτιο, θυμήθηκε τα λόγια του Ραφαήλ. Πήρε, λοιπόν, σταχτωμένα κάρβουνα από το θυμιατήρι, έβαλε πάνω την καρδιά του ψαριού και το συκώτι, και τ’ άφησε να βγάλουν καπνό. 3Όταν το δαιμόνιο ένιωσε τη μυρωδιά, έφυγε στα μέρη της άνω Αιγύπτου και ο άγγελος το έδεσε.
4Όταν κλείστηκαν και οι δυο στο δωμάτιο, σηκώθηκε ο Τωβίας από το κρεβάτι και είπε: «Σήκω καλή μου να προσευχηθούμε για να μας ελεήσει ο Κύριος». 5Κι άρχισε να λέει: «Δοξασμένος είσαι, Θεέ των προγόνων μας, και δοξασμένο το άγιο και τιμημένο όνομά σου για πάντα! Ας σε δοξάζουν οι ουρανοί και όλα τα δημιουργήματά σου. 6Εσύ έπλασες τον Αδάμ και του έδωσες βοηθό και στήριγμα τη γυναίκα του την Εύα· απ’ αυτούς προήλθε το ανθρώπινο γένος. Εσύ είπες, “δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος του, ας του κάνουμε ένα σύντροφο όμοιο μ’ αυτόν”. 7Ξέρεις τώρα, Κύριε, ότι δεν παίρνω τη συγγενή μου αυτή για να ικανοποιήσω ένα παροδικό πάθος αλλά για πραγματική γυναίκα μου. Δείξε μου το έλεός σου και δώσε να γεράσω μαζί της».
8Εκείνη είπε μαζί του: «Αμήν». 9Ύστερα πλάγιασαν μαζί εκείνη τη νύχτα.
Ο τάφος ήταν έτοιμος
10Στο μεταξύ, ο Ραγουήλ σηκώθηκε και πήγε κι άνοιξε έναν τάφο, γιατί σκέφτηκε: «Λες να πεθάνει κι αυτός;» 11Μετά γύρισε σπίτι του 12και είπε στη γυναίκα του την Έδνα: «Στείλε μια από τις δούλες, να δει αν ζει ο Τωβίας. Αν όχι, να τον θάψουμε και κανείς να μην μάθει τίποτε».
13Η δούλη άνοιξε την πόρτα, μπήκε στο δωμάτιο και βρήκε τους νεόνυμφους να κοιμούνται. 14Βγήκε, λοιπόν, και ανακοίνωσε ότι ζούσε ο Τωβίας. 15Τότε ο Ραγουήλ δόξασε το Θεό μ’ αυτά τα λόγια: «Σου αξίζει Θεέ να σε δοξολογούν όλοι με καθαρή και αφοσιωμένη καρδιά. Όλοι οι πιστοί σου και τα δημιουργήματά σου ας σε δοξολογούν. Όλοι οι άγγελοί σου και οι εκλεκτοί σου ας σε ευλογούν για πάντα! 16Δοξασμένος είσαι γιατί με γέμισες χαρά· δε μου συνέβη αυτό που φοβόμουν, αλλά μας συμπεριφέρθηκες με μεγάλη αγάπη. 17Δοξασμένος είσαι, γιατί λυπήθηκες δυο μοναχοπαίδια· δείξ’ τους, Κύριε, το έλεός σου και κάνε να τελειώσει η ζωή τους με υγεία, χαρά και αγάπη».
18Μετά διάταξε τους υπηρέτες να σκεπάσουν τον τάφο.
Η γιορτή του γάμου
19Ο Ραγουήλ έκανε σ’ αυτούς γαμήλιο συμπόσιο, που κράτησε δεκατέσσερις μέρες. 20Και πριν τελειώσουν οι μέρες της γαμήλιας γιορτής, έβαλε τον Τωβία να του υποσχεθεί με όρκο ότι δε θα φύγει πριν τελειώσουν οι δεκατέσσερις μέρες του γάμου.ιθ 21Και μετά, αφού πάρει τα μισά από τα υπάρχοντα του Ραγουήλ, να πάει γερός στον πατέρα του· τα υπόλοιπα θα τα έπαιρνε όταν θα πέθαινε αυτός και η γυναίκα του.
Ο άγγελος ταξιδεύει στους Ράγους
ΤΩΒΙΤ 8
1Όταν τέλειωσαν το φαγητό, οδήγησαν τον Τωβία στη Σάρρα. 2Αυτός, όταν μπήκε στο δωμάτιο, θυμήθηκε τα λόγια του Ραφαήλ. Πήρε, λοιπόν, σταχτωμένα κάρβουνα από το θυμιατήρι, έβαλε πάνω την καρδιά του ψαριού και το συκώτι, και τ’ άφησε να βγάλουν καπνό. 3Όταν το δαιμόνιο ένιωσε τη μυρωδιά, έφυγε στα μέρη της άνω Αιγύπτου και ο άγγελος το έδεσε.
4Όταν κλείστηκαν και οι δυο στο δωμάτιο, σηκώθηκε ο Τωβίας από το κρεβάτι και είπε: «Σήκω καλή μου να προσευχηθούμε για να μας ελεήσει ο Κύριος». 5Κι άρχισε να λέει: «Δοξασμένος είσαι, Θεέ των προγόνων μας, και δοξασμένο το άγιο και τιμημένο όνομά σου για πάντα! Ας σε δοξάζουν οι ουρανοί και όλα τα δημιουργήματά σου. 6Εσύ έπλασες τον Αδάμ και του έδωσες βοηθό και στήριγμα τη γυναίκα του την Εύα· απ’ αυτούς προήλθε το ανθρώπινο γένος. Εσύ είπες, “δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος του, ας του κάνουμε ένα σύντροφο όμοιο μ’ αυτόν”. 7Ξέρεις τώρα, Κύριε, ότι δεν παίρνω τη συγγενή μου αυτή για να ικανοποιήσω ένα παροδικό πάθος αλλά για πραγματική γυναίκα μου. Δείξε μου το έλεός σου και δώσε να γεράσω μαζί της».
8Εκείνη είπε μαζί του: «Αμήν». 9Ύστερα πλάγιασαν μαζί εκείνη τη νύχτα.
Ο τάφος ήταν έτοιμος
10Στο μεταξύ, ο Ραγουήλ σηκώθηκε και πήγε κι άνοιξε έναν τάφο, γιατί σκέφτηκε: «Λες να πεθάνει κι αυτός;» 11Μετά γύρισε σπίτι του 12και είπε στη γυναίκα του την Έδνα: «Στείλε μια από τις δούλες, να δει αν ζει ο Τωβίας. Αν όχι, να τον θάψουμε και κανείς να μην μάθει τίποτε».
13Η δούλη άνοιξε την πόρτα, μπήκε στο δωμάτιο και βρήκε τους νεόνυμφους να κοιμούνται. 14Βγήκε, λοιπόν, και ανακοίνωσε ότι ζούσε ο Τωβίας. 15Τότε ο Ραγουήλ δόξασε το Θεό μ’ αυτά τα λόγια: «Σου αξίζει Θεέ να σε δοξολογούν όλοι με καθαρή και αφοσιωμένη καρδιά. Όλοι οι πιστοί σου και τα δημιουργήματά σου ας σε δοξολογούν. Όλοι οι άγγελοί σου και οι εκλεκτοί σου ας σε ευλογούν για πάντα! 16Δοξασμένος είσαι γιατί με γέμισες χαρά· δε μου συνέβη αυτό που φοβόμουν, αλλά μας συμπεριφέρθηκες με μεγάλη αγάπη. 17Δοξασμένος είσαι, γιατί λυπήθηκες δυο μοναχοπαίδια· δείξ’ τους, Κύριε, το έλεός σου και κάνε να τελειώσει η ζωή τους με υγεία, χαρά και αγάπη».
18Μετά διάταξε τους υπηρέτες να σκεπάσουν τον τάφο.
Η γιορτή του γάμου
19Ο Ραγουήλ έκανε σ’ αυτούς γαμήλιο συμπόσιο, που κράτησε δεκατέσσερις μέρες. 20Και πριν τελειώσουν οι μέρες της γαμήλιας γιορτής, έβαλε τον Τωβία να του υποσχεθεί με όρκο ότι δε θα φύγει πριν τελειώσουν οι δεκατέσσερις μέρες του γάμου.ιθ 21Και μετά, αφού πάρει τα μισά από τα υπάρχοντα του Ραγουήλ, να πάει γερός στον πατέρα του· τα υπόλοιπα θα τα έπαιρνε όταν θα πέθαινε αυτός και η γυναίκα του.
Ο άγγελος ταξιδεύει στους Ράγους
ΤΩΒΙΤ 9
1Ο Τωβίας κάλεσε το Ραφαήλ και του είπε: 2«Αδελφέ Αζαρία, πάρε μαζί σου ένα δούλο και δύο καμήλες και πήγαινε στους Ράγουςκ της Μηδίας, στο Γαβαήλ, και φέρε μου τα χρήματα· φέρε και τον ίδιο στο γάμο, 3γιατί ο Ραγουήλ με όρκισε να μη φύγω. 4Ο πατέρας μου όμως μετράει τις μέρες· αν καθυστερήσω παραπάνω, θα στενοχωρηθεί πάρα πολύ».
5Ο Ραφαήλ πήγε και έμεινε τη νύχτα στο σπίτι του Γαβαήλ και του έδωσε το γραμμάτιο. Εκείνος έβγαλε σφραγισμένα τα σακούλια και του έδωσε τα χρήματα. 6Νωρίς το πρωί σηκώθηκαν και ήρθαν μαζί στο γάμο. Και επαίνεσε ο Τωβίας τη γυναίκα του.
Ο Τωβίτ και η Άννα μετρούν τις μέρες
ΤΩΒΙΤ 10
1Στο μεταξύ ο Τωβίτ, πατέρας του Τωβία, μετρούσε τις μέρες. Και όταν συμπληρώθηκαν οι απαιτούμενες ημέρες του ταξιδιού κι αυτοί δε γύριζαν, 2σκέφτηκε μήπως τους είχε συμβεί τίποτε ή μήπως πέθανε ο Γαβαήλ και δε βρισκόταν κανείς να του δώσει τα χρήματα. 3Στενοχωριόταν λοιπόν πάρα πολύ. 4Η γυναίκα του του έλεγε: «Χάθηκε το παιδί· γιατί αργεί;» Τότε άρχισε να τον κλαίει και έλεγε: 5«Στενοχωριέμαι παιδί μου που σε άφησα να φύγεις, εσένα, το φως των ματιών μου».
6Ο Τωβίτ της έλεγε: «Ησύχασε, μη λες τίποτα· το παιδί είναι καλά». 7Εκείνη του απαντούσε: «Σώπα, δε με ξεγελάς εμένα· το παιδί μου χάθηκε!» Και πήγαινε κάθε μέρα έξω στο δρόμο, απ’ όπου είχε φύγει ο Τωβίας. Τη μέρα δεν έτρωγε και τη νύχτα δε σταματούσε να θρηνεί το γιο της, μέχρις ότου συμπληρώθηκαν οι δεκατέσσερις μέρες του γάμου, που είχε ορκίσει ο Ραγουήλ τον Τωβία να μείνει εκεί.
Ο Τωβίας αποχαιρετά το Ραγουήλ
8Τότε είπε ο Τωβίας στο Ραγουήλ: «Άφησέ με να φύγω, γιατί ο πατέρας μου και η μάνα μου θα έχουν χάσει πια κάθε ελπίδα να με ξαναδούν». 9Ο πεθερός του του είπε: «Μείνε κοντά μου κι εγώ θα στείλω ανθρώπους στον πατέρα σου και θα τον πληροφορήσουν για σένα». «Όχι», λέει ο Τωβίας. «Άφησέ με να πάω στον πατέρα μου».
10Τότε ο Ραγουήλ σηκώθηκε και του έδωσε τη γυναίκα του τη Σάρρα μαζί με τη μισή περιουσία του, δούλους, ζώα και χρήματα. 11Ύστερα τους ευλόγησε και τους άφησε να φύγουν λέγοντας: «Παιδιά μου, ο Θεός του ουρανού να σας κάνει ευτυχισμένους, προτού πεθάνω». 12Και στην κόρη του είπε: «Να σέβεσαι τα πεθερικά σου· αυτοί είναι γονείς σου τώρα. Μακάρι πάντα ν’ ακούω καλά λόγια για σένα». Και τη φίλησε.
13Η Έδνα είπε στον Τωβία: «Αγαπητό μου παιδί, ο Κύριος του ουρανού να σε οδηγήσει πίσω στο σπίτι σου με ασφάλεια και να με αξιώσει κι εμένα να δω τα παιδιά σου από τη Σάρρα, την κόρη μου, για να χαρώ ενώπιον του Κυρίου. Να, σου παραδίνω την κόρη μου και σου την εμπιστεύομαι· μην τη στενοχωρήσεις ποτέ».
14Μετά απ’ αυτά αναχώρησε ο Τωβίας δοξάζοντας το Θεό, γιατί όλα είχαν πάει καλά στο ταξίδι του· ευχαρίστησε και το Ραγουήλ και την Έδνα.
Ο Τωβίτ ξαναβρίσκει το φως του
ΤΩΒΙΤ 11
1Ο Τωβίας βάδιζε μέχρις ότου πλησίασαν στη Νινευή. Τότε ο Ραφαήλ του είπε: 2«Θυμάσαι, αδερφέ μου, σε τι κατάσταση άφησες τον πατέρα σου; 3Ας τρέξουμε πριν από τη γυναίκα σου κι ας ετοιμάσουμε το σπίτι· 4ετοίμασε και τη χολή του ψαριού». Προπορεύτηκαν, λοιπόν, και το σκυλί τούς ακολουθούσε.
5Η Άννα καθόταν και κοίταζε γύρω το δρόμο για το παιδί της. 6Όταν τον είδε να έρχεται, είπε στον πατέρα του: «Να, ο γιος σου έρχεται μαζί με το συνοδό του».
7Ο Ραφαήλ είπε στον Τωβία: «Εγώ ξέρω καλά ότι θ’ ανοίξουν τα μάτια του πατέρα σου. 8Άλειψε εσύ τη χολή του ψαριού στα μάτια του κι όταν ερεθιστούν θα τα τρίψει και θα φύγουν τα λευκά στίγματα και θα σε δει.
9Η Άννα έτρεξε, έπεσε στο λαιμό του γιου της και του είπε: «Παιδί μου, σε είδα! Από ’δω και πέρα μπορώ πια να πεθάνω. Κι έκλαψαν κι οι δυο».
10Ο Τωβίτ έβγαινε από την πόρτα σκοντάφτοντας, κι ο γιος του έτρεξε στον πατέρα του· 11τον έπιασε και του άλειψε τη χολή πάνω στα μάτια και του είπε: «Θάρρος, πατέρα!» 12Όταν ερεθίστηκαν τα μάτια του, ο Τωβίτ τα έτριψε και ξεφλουδίστηκαν τα λευκά στίγματα.
13Όταν είδε το γιο του, έπεσε στο λαιμό του κλαίγοντας και είπε: 14«Δοξασμένος είσαι, Θεέ, και δοξασμένο το όνομά σου για πάντα, και δοξασμένοι όλοι οι άγιοι άγγελοί σου! Με ταλαιπώρησες αλλά με λυπήθηκες, και έκανες να ξαναδώ το γιο μου τον Τωβία».
Η άφιξη της Σάρρας στη Νινευή
15Ο Τωβίας μπήκε στο σπίτι με χαρά και ανήγγειλε στον πατέρα του τα θαυμαστά γεγονότα που του είχαν συμβεί στη Μηδία.
16Τότε βγήκε ο Τωβίτ να προϋπαντήσει τη νύφη του στην πύλη της Νινευή με χαρές και δοξολογίες στο Θεό. Όσοι τον έβλεπαν να βαδίζει μόνος του απορούσαν που έβλεπε, και ο Τωβίτ διακήρυττε ότι τον είχε βοηθήσει ο Θεός. 17Όταν ο Τωβίτ πλησίασε τη Σάρρα τη νύφη του, της ευχήθηκε και της είπε: «Καλώς ήρθες, κόρη μου· ας είναι δοξασμένος ο Θεός, που σ’ έφερε κοντά μας· να ’ναι καλά κι ο πατέρας σου και η μητέρα σου!»
18Τότε χάρηκαν και όλοι οι συμπατριώτες του στη Νινευή. 19Ήρθε κι ο Αχιάχαρος και ο ανηψιός του ο Νασβάς και γιόρτασαν το γάμο του Τωβία με πανηγυρισμούς άλλες εφτά μέρες.
Αυτοαποκάλυψη του αγγέλου
ΤΩΒΙΤ 13
1Ο Τωβίτ έγραψε ευχαριστήρια προσευχή και είπε:
2«Δοξασμένος να είναι ο Θεός,
που ζει αιώνια
και δοξασμένη η βασιλεία του!
Αυτός τιμωρεί, μα και σπλαχνίζεται,
κατεβάζει στον άδη κι ανεβάζει,
και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί
από τη δύναμή του να ξεφύγει.
3Ευχαριστήστε τον, Ισραηλίτες, μπρος στα έθνη,
γιατί αυτός μας διασκόρπισε σ’ αυτά·
4εκεί το μεγαλείο του φανερώστε!
Δοξάστε τον μπρος στους ανθρώπους,
γιατί αυτός είναι ο Κύριος και Θεός μας,
αυτός είναι πατέρας μας αιώνιος.
5Θα μας τιμωρήσει για τις αδικίες μας,
μα πάλι θα μας σπλαχνιστεί
και θα μας συγκεντρώσει απ’ όλα τα έθνη,
όπου κι αν έχουμε διασκορπιστεί.
6Αν επιστρέψετε σ’ αυτόν με όλη την καρδιά σας
και μ’ όλη την ψυχή σας,
κι αν εφαρμόσετε το νόμο του,
τότε θα ’ρθεί πάλι κοντά σας
και δε θα κρύψει πια το πρόσωπό του από σας.
7Κοιτάξτε αυτά που για χάρη σας θα κάνει
κι ευχαριστήστε τον μ’ όση έχει δύναμη η φωνή σας!
Τον Κύριο δοξάστε της δικαιοσύνης,
τιμήστε τον αιώνιο βασιλιά!
8Εγώ στη χώρα της αιχμαλωσίας μου
αυτόν ευχαριστώ
και διακηρύττω τη δύναμή του και το μεγαλείο του
στο έθνος των αμαρτωλών.
Αλλάξτε δρόμο, αμαρτωλοί,
και πράξτε το σωστό ενώπιόν του·
ίσως να σας δεχτεί και να σας ελεήσει».
Μελλοντική μεγαλοπρέπεια της ουράνιας πολιτείας
9«Δοξάζω το Θεό μου, το βασιλιά του ουρανού·
και τη μεγαλοσύνη του
θα χαίρεται η ψυχή μου.
10Για κείνον ας μιλούν κι ας τον ευχαριστούν,
όλοι στην Ιερουσαλήμ.
Ιερουσαλήμ, άγια πόλη, για τα έργα
θα σε τιμωρήσει των κατοίκων σου
μα πάλι τους δικαίους θα τους σπλαχνιστεί.
11Τον Κύριο ευχαρίστησε, Ιερουσαλήμ, με διάθεση αγαθή
και τον αιώνιο δόξασε το βασιλιά,
για να χτιστεί και πάλι εντός σου ο ναός του με χαρά.
12Για να σου δώσει χαρά φέρνοντάς σου τους αιχμαλώτους σου·
να δείξει την αγάπη του στους ταλαιπωρημένους,
όταν θα τους φέρει να ζήσουν σ’ εσένα για πάντα.
13»Έθνη πολλά θα ’ρθούν από μακριά,
τ’ όνομα του Κυρίου του Θεού, για να τιμήσουν·
στα χέρια τους κρατώντας δώρα
για τ’ ουρανού το βασιλιά·
γενιές ατέλειωτες θα σου προσφέρουν τη χαρά τους.
14Καταραμένοι όλοι όσοι σε μισούν·
θα ’ναι για πάντα ευλογημένοι
όλοι που σ’ αγαπούν.
15»Νιώσε, λοιπόν, Ιερουσαλήμ, χαρά
και ευχαρίστηση για τους δικαίους,
γιατί θα συναχθούν και θα δοξάσουνε τον Κύριο των δικαίων.
Ευτυχισμένοι αυτοί που σ’ αγαπούν!
Θα χαίρουν για την ευτυχία σου.
16Ευτυχισμένοι όσοι λυπήθηκαν για όλες σου τις συμφορές,
γιατί για σένα θα χαρούν,
όταν θα δουν όλη τη δόξα σου,
και θα νιώσουν αιώνια χαρά.
»Η ψυχή μου ας δοξάζει το Θεό,
το βασιλιά τον μέγα,
17γιατί η Ιερουσαλήμ θ’ ανοικοδομηθεί
με σάπφειρο και με σμαράγδι,
και με λίθους πολύτιμους τα τείχη της·
οι πύργοι της κι οι πολεμίστρες της με καθαρό χρυσάφι·
και θα στρωθούνε με ψηφιδωτά οι πλατείες της
από βήρυλλο, άνθρακα και λίθους από τη Σουφίρ.κβ
18Τότε θα πουν όλοι οι δρόμοι της:
“τον Κύριο δοξάστε!”
Και θα υμνήσουν και θα πουν:
“δοξασμένος να είναι ο Θεός,
που όλους τους εξύψωσε για πάντα!”»
Τελευταίοι λόγοι του Τωβίτ
ΤΩΒΙΤ 14
1Έτσι τέλειωσε η ευχαριστία του Τωβίτ προς το Θεό. 2Ήταν πενήντα οκτώ ετών όταν έχασε το φως του, και μετά από οκτώ χρόνια το ξαναβρήκε. Συνέχισε να κάνει ελεημοσύνες και να σέβεται το Θεό και να τον ευχαριστεί για όλα. 3Όταν γέρασε πάρα πολύ, κάλεσε τον Τωβία μαζί με τους γιους του και του είπε:
«Παιδί μου, εγώ γέρασα και φεύγω γρήγορα από τη ζωή. Πάρε, λοιπόν, τους γιους σου 4και πήγαινε στη Μηδία, γιατί έχω την πεποίθηση, με όσα είπε ο προφήτης Ιωνάς για τη Νινευή, ότι η πόλη αυτή θα καταστραφεί. Στη Μηδία όμως θα υπάρχει ειρήνη για έναν ορισμένο χρόνο. Οι ομοεθνείς μας θα διασκορπιστούν απ’ την ευλογημένη χώρα σ’ όλη τη γη, και η Ιερουσαλήμ θα ερημωθεί· ο ναός του Θεού, που είναι εκεί, θα καεί και θα μείνει έρημος για ορισμένο χρόνο.
5»Ο Θεός όμως πάλι θα τους λυπηθεί και θα τους ξαναφέρει στη χώρα τους. Θα χτίσουν το ναό, όχι όμως όπως ήταν ο προηγούμενος, και πάντως όχι πριν συμπληρωθεί ο ορισμένος χρόνος. Μετά απ’ αυτά οι Ισραηλίτες θα επιστρέψουν από την αιχμαλωσία και θα χτίσουν την Ιερουσαλήμ κατά πώς της αξίζει. Ο ναός του Θεού θα χτιστεί σ’ αυτήν μεγαλόπρεπος για ατέλειωτες γενιές στο μέλλον, όπως άλλωστε έχουν πει γι’ αυτήν οι προφήτες. 6Όλα τα έθνη θα επιστρέψουν εκεί για να προσφέρουν λατρεία στον Κύριο, τον αληθινό Θεό, και τα είδωλά τους θα τα θάψουν στη γη. Όλα τα έθνη θα δοξάζουν τον Κύριο. 7Ο λαός του Κυρίου θα ευχαριστήσει το Θεό κι εκείνος θα δοξάσει το λαό του. Θα χαρούν κι όλοι όσοι αγαπούν πραγματικά τον Κύριο το Θεό πράττοντας το σωστό, και δείχνουν αγάπη στους ομοεθνείς μας.
8»Τώρα, λοιπόν, παιδί μου φύγε από τη Νινευή, γιατί εξάπαντος θα γίνουν όσα είπε ο προφήτης Ιωνάς. 9Εσύ όμως φύλαξε το νόμο και τις εντολές, και να ’σαι σπλαχνικός και δίκαιος για να ευτυχήσεις. Θάψε με όπως πρέπει, και τη μητέρα σου μαζί μου· και μη μείνετε πια στη Νινευή. 10Παιδί μου, δες τι έκανε ο Αμάν στον Αχιάχαρο, ο οποίος τον είχε υιοθετήσει. Πώς τον φυλάκισε σ’ ένα κελί που έμοιαζε με τάφο και με πόση κακία του συμπεριφέρθηκε. Κι ο μεν Αχιάχαρος σώθηκε, εκείνος όμως τιμωρήθηκε και κατέβηκε στο αιώνιο σκοτάδι. Ο Μανασσής έκανε ελεημοσύνη και σώθηκε από την παγίδα του θανάτου, που του είχε στηθεί· ο Αμάν όμως έπεσε στην παγίδα και χάθηκε. 11Βλέπετε λοιπόν, παιδιά μου, τι κατορθώνει η ελεημοσύνη και από τι μας γλιτώνουν οι δίκαιες πράξεις;»
Ενώ έλεγε αυτά, ξεψύχησε στο κρεβάτι του, σε ηλικία εκατόν πενήντα οκτώ ετών. Και τον έθαψαν με πολλές τιμές.
Ο Τωβίας ακολουθεί τη συμβουλή του πατέρα του
12Όταν πέθανε η μάνα του η Άννα, ο Τωβίας την έθαψε μαζί με τον πατέρα του. Μετά αναχώρησε με τη γυναίκα του και τους γιους του και πήγε στα Εκβάτανα, στον πεθερό του το Ραγουήλ. 13Εκεί γέρασε τιμημένος· έθαψε και τα πεθερικά του με τιμές και κληρονόμησε την περιουσία τους μαζί με την περιουσία του πατέρα του, του Τωβίτ.
14Ο Τωβίας πέθανε σε ηλικία εκατόν είκοσι εφτά ετών στα Εκβάτανα της Μηδίας. 15Πριν πεθάνει, έμαθε για την καταστροφή της Νινευή, όταν την κατέλαβε ο Ναβουχοδονόσορ και οι Ασσύριοι. Έτσι πέθανε ευτυχισμένος, που πρόφτασε να δει την τιμωρία της Νινευή.


Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Η ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων, τίτλων  και εικόνων έγινε από τον N.B.B

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση  κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

http://www.alavastron.net

Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |