ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 15 Α' ΕΣΔΡΑΣ

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

15 Α' ΕΣΔΡΑΣ




ΓΡΑΦΗ

Εισαγωγή

   Το βιβλίο “A' Εσδρας” δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των έργων της Εβραϊκής Βίβλου. Παρατίθεται από την ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο') πριν από το βιβλίο του Εσδρα (“Β' Εσδρας" στους Ο') και κατατάσσεται στα Ιστορικά Βιβλία” της Παλαιάς Διαθήκης. Ο τίτλος του οφείλεται στο ότι αποτελεί μια παργή του βιβλίου Εσδρας, από το οποίο αντλεί μεγάλο μέρος του περιεχομένου του.
   Το έργο αναφέρεται στα τελευταία χρόνια του βασιλείου του Ιούδα και ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της μεταιχμαλωσιακής περιόδου. Κεντρικό θέμα του αποτελεί η δράση του διοικητή της Ιουδαίος Ζοροβάβελ και ο ρόλος του στην ανοικοδόμηση του ναού της Ιερουσαλήμ.
   Το βιβλίο συνιστά μια πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, καθώς διασώζει υλικό (όπως π.χ. η ενότητα των κεφ. 3-4 που πιθανότατα γράφτηκε πρωτοτύπως στα ελληνικά) που δεν αναφέρεται σε άλλες πηγές.

   Διάγραμμα του περιεχομένου
   1.  Τα τελευταία χρόνια του βασιλείου του Ιούδα:                 1,1 -55
   2.  Το διάταγμα του Κύρου - Επιστροφή των πρώτων αιχμαλώτων:     2,1-26
   3.  Το έργο του Ζοροβάβελ:                                       3,1-7,15
     3.1-  4,63: 0 Ζοροβάβελ κερδίζει την εύνοια του Δαρείου Α'
     5.1-  7,15: Η ανοικοδόμηση του ναού
   4.  Η δράση του Εσδρα:  8,1-9,55 
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 36 Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 2
Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 1
Ο Ιωσίας γιορτάζει το Πάσχα
(Β΄ Βασ 23,21-23· Β΄ Χρ 35,1-9)
1Ο βασιλιάς Ιωσίας γιόρτασε το Πάσχα προς τιμήν του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, όπου και θυσίασε τα αρνιά για τη γιορτή, στις δεκατέσσερις του πρώτου μήνα. 2Εγκατέστησε τους ιερείς τον καθένα στην υπηρεσία του στο ναό του Κυρίου ντυμένους με τις στολές τους. 3Έδωσε εντολές στους λευίτες, που υπηρετούσαν στο ναό, να εξαγνιστούν σύμφωνα με το νόμο, για να είναι σε θέση να τοποθετήσουν την άγια κιβωτό του Κυρίου στο ναό που είχε χτίσει ο βασιλιάς Σολομών, γιος του Δαβίδ. «Δεν είναι ανάγκη πια», τους είπε, «να τη μεταφέρετε στους ώμους σας. 4Από ’δω και πέρα θα προσφέρετε τις υπηρεσίες σας στον Κύριο το Θεό σας και στο ισραηλιτικό έθνος. Ετοιμαστείτε λοιπόν κατά οικογένειες και συγγένειες να αναλάβετε τα καθήκοντά σας, όπως έχει διατάξει ο Δαβίδ ο βασιλιάς του Ισραήλ και που με μεγαλοπρέπεια εκτέλεσε ο γιος του ο Σολομών. 5Εσείς οι λευίτες πάρτε τις θέσεις σας στο ναό σύμφωνα με τις οικογενειακές σας τάξεις για να υπηρετείτε τους συμπατριώτες σας, τους Ισραηλίτες. 6Σφάξτε τα πασχαλινά αρνιά κι ετοιμάστε τις θυσίες για τους συμπατριώτες σας για να γιορτάσετε το Πάσχα σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου που δόθηκε στο Μωυσή».
7Ο Ιωσίας δώρισε στο λαό, που ήταν εκεί, τριάντα χιλιάδες αρνιά και κατσίκια και τρεις χιλιάδες μοσχάρια. Αυτά δόθηκαν από τη βασιλική περιουσία στο λαό, στους ιερείς και στους λευίτες, σύμφωνα με την υπόσχεση του βασιλιά. 8Οι επόπτες του ναού Χελκίας, Ζαχαρίας και Ησκήλος έδωσαν κι αυτοί στους ιερείς για το Πάσχα δύο χιλιάδες εξακόσια πρόβατα και τριακόσια μοσχάρια. 9Οι χιλίαρχοι Ιεχονίας, Σαμαΐας κι ο αδερφός του ο Ναθαναήλ, ο Ασαβίας, ο Οχιήλος και ο Ιωράμ έδωσαν στους λευίτες για το Πάσχα πέντε χιλιάδες πρόβατα και εφτακόσια μοσχάρια.
10Τα πράγματα έγιναν έτσι: Οι ιερείς και οι λευίτες στέκονταν στολισμένοι 11κρατώντας άζυμα ψωμιά όσα και οι συγγένειες, 12και τις μερίδες των οικογενειών. Το πρωί τα πρόσφεραν θυσία στον Κύριο ενώπιον του λαού, κατά τα γραμμένα στο βιβλίο του Μωυσή. 13Έψησαν τα πασχαλινά αρνιά στη φωτιά, κατά τα διατεταγμένα, και τα υπόλοιπα μέρη των θυσιασθέντων ζώων τα έβρασαν σε χάλκινες χύτρες και σε λέβητες για να ευωδιάζουν, και τα πρόσφεραν στο λαό. 14Μετά απ’ αυτά, ετοίμασαν για να φάνε από τα αρνιά αυτοί και οι συμπατριώτες τους ιερείς, οι απογόνοι του Ααρών· γιατί οι ιερείς ήταν απασχολημένοι μέχρι αργά τη νύχτα, να καίνε στο θυσιαστήριο τα λίπη των θυσιών. 15Οι ψάλτες, απόγονοι του Ασάφ, είχαν πάρει κι εκείνοι τις θέσεις τους, σύμφωνα με όσα είχε διατάξει ο Δαβίδ. Μαζί τους ήταν κι ο Ασάφ, ο Ζαχαρίας και ο Εδδινούςα ως αντιπρόσωποι του βασιλιά· οι θυρωροί ήταν κι εκείνοι στις θέσεις τους μπροστά σε κάθε πύλη του ναού. Κανείς δεν ήταν ανάγκη να εγκαταλείψει τη θέση του, γιατί οι συμπατριώτες τους οι λευίτες είχαν ετοιμάσει γι’ αυτούς το πασχαλινό φαγητό. 16Εκείνη την ημέρα τέλειωσαν όλα τα σχετικά με τις θυσίες του Κυρίου: Γιορτάστηκε το Πάσχα και προσφέρθηκαν οι θυσίες στο θυσιαστήριο, όπως είχε διατάξει ο βασιλιάς Ιωσίας.
17Όλοι οι Ισραηλίτες που ήταν εκεί παρόντες εκείνο τον καιρό, γιόρτασαν το Πάσχα και τη γιορτή των Αζύμων εφτά μέρες. 18Τέτοιο Πάσχα είχαν να γιορτάσουν οι Ισραηλίτες από τα χρόνια του προφήτη Σαμουήλ. 19Κανένας από τους βασιλιάδες του Ισραήλ δεν είχε οργανώσει τέτοιο γιορτασμό του Πάσχα, σαν αυτό που γιόρτασαν τώρα ο Ιωσίας, οι ιερείς, οι λευίτες, οι Ιουδαίοι και όλοι οι Ισραηλίτες που κατοικούσαν τότε στα Ιεροσόλυμα. 20Ήταν τον δέκατο όγδοο χρόνο της βασιλείας του Ιωσία.
Τέλος της βασιλείας του Ιωσία
(Β΄ Βασ 23,28-30· Β΄ Χρ 35,20-27)
21Ο Κύριος ευχαριστήθηκε από τα έργα του Ιωσία, γιατί τα έκανε από βαθιά ευσέβεια μέσα του. 22Τα γεγονότα όμως που έλαβαν χώρα στις μέρες του, αναφέρονται και σε αρχαιότερα χρονικά. Αναφέρονται τα σχετικά μ’ εκείνους που αμάρτησαν κι έδειξαν ασέβεια στον Κύριο περισσότερο από κάθε άλλο έθνος ή βασίλειο. Τον λύπησαν αφάνταστα, έτσι που οι απειλές του Κυρίου πραγματοποιήθηκαν εναντίον του Ισραήλ.
23Όταν ο Ιωσίας είχε τελειώσει όλα αυτά τα έργα του, ήρθε ο βασιλιάς της Αιγύπτου για πόλεμο στην Χαρκεμίς, κοντά στον ποταμό Ευφράτη, κι ο Ιωσίας βγήκε να τον αντιμετωπίσει. 24Ο Φαραώ τού έστειλε αγγελιοφόρους και του έλεγε: «Δεν υπάρχει καμιά διαφορά μεταξύ μας, βασιλιά της Ιουδαίας! 25Δε με στέλνει εναντίον σου ο Κύριος ο Θεός σου. Εγώ τις χώρες του Ευφράτη πάω να πολεμήσω. Ο Κύριος είναι μαζί μου, κι αυτός με ωθεί στις επιχειρήσεις μου. Φύγε λοιπόν από το δρόμο μου και μην εναντιώνεσαι στον Κύριο».
26Ο Ιωσίας όμως δεν επέστρεψε στο άρμα του αλλά ανέλαβε να τον πολεμήσει, χωρίς να λάβει υπόψη του τα λόγια που είχε πει ο προφήτης Ιερεμίας εκ μέρους του Κυρίου. 27Πολέμησε, λοιπόν, το Φαραώ στην πεδιάδα Μεγιδδώ, αλλά οι αξιωματικοί του αιγυπτιακού στρατού του επιτεθήκαν και τον χτύπησαν. 28Τότε εκείνος είπε στους δούλους του: «Τραβήξτε με από τη μάχη. Πληγώθηκα άσκημα». Αμέσως οι δούλοι του τον πήραν από τη μάχη, 29τον ανέβασαν στο δεύτερο άρμα του και τον μετέφεραν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί πέθανε και ενταφιάστηκε στον τάφο των προγόνων του.
30Σ’ όλη την Ιουδαία πένθησαν τον Ιωσία. Ο προφήτης Ιερεμίας συνέθεσε για χάρη του ένα θρήνο, που μ’ αυτόν τον μοιρολογούν οι άρχοντες μαζί με τις γυναίκες τους μέχρι σήμερα. Επίσης δόθηκε διαταγή να καθιερωθεί αυτό το έθιμο στις επόμενες γενιές των Ισραηλιτών. 31Όλα τα έργα που έκανε ο Ιωσίας και στο παρελθόν και τώρα, η δόξα του και η γνώση που είχε του νόμου του Κυρίου, αναφέρονται στο Βιβλίο των βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα.
Οι διάδοχοι του Ιωσία και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ
(Β΄ Βασ 23,20–25,21· Β΄ Χρ 35,20–36,21)
32Ο λαός έκανε βασιλιά το γιο του Ιωσία, τον Ιεχονία,β στη θέση του πατέρα του, σε ηλικία είκοσι τριών ετών. 33Αυτός βασίλεψε στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ τρεις μήνες. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου τον εκθρόνισε από την Ιερουσαλήμ 34και επέβαλε φόρο στο ισραηλιτικό έθνος εκατό ασημένια τάλαντα και ένα χρυσό. 35Βασιλιά της Ιουδαίας και της Ιερουσαλήμ διόρισε ο Φαραώ τον Ιωακίμ, αδερφό του Ιεχονία. 36Αυτός φυλάκισε τους άρχοντες του λαού· αλλά τον αδερφό του τον Ζαρίον τον συνέλαβε και τον έφερε μαζί του από την Αίγυπτο.
37Ο Ιωακίμ ήταν είκοσι πέντε ετών όταν έγινε βασιλιάς στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ, κι έκανε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο. 38Γι’ αυτό ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ εισέβαλε στην Ιουδαία, τον συνέλαβε και τον οδήγησε αλυσοδεμένο στη Βαβυλώνα. 39Πήρε επίσης και μερικά από τα ιερά σκεύη του Κυρίου και τα έφερε και τα τοποθέτησε στο δικό του ναό στη Βαβυλώνα. 40Οι διηγήσεις για τον Ιωακίμ, η αισχρότητά του και η ασέβειά του είναι όλα γραμμένα στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων. 41Στη θέση του βασίλεψε ο γιος του ο Ιωακίμ.γ Όταν ανακηρύχθηκε βασιλιάς, ο Ιωακίμ, ήταν δεκαοχτώ ετών· 42βασίλεψε τρεις μήνες και δέκα μέρες στην Ιερουσαλήμ και έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο. 43Γι’ αυτό, μετά από ένα χρόνο ο Ναβουχοδονόσορ έστειλε και τον μετέφερε αιχμάλωτο στη Βαβυλώνα μαζί με ιερά σκεύη του ναού.
44Ο Ναβουχοδονόσορ διόρισε βασιλιά στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ το Σεδεκία, σε ηλικία είκοσι ενός ετών. Βασίλεψε έντεκα χρόνια, 45κι έπραξε κι αυτός ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο· δεν έλαβε υπόψη του τους λόγους που είχε πει ο προφήτης Ιερεμίας εκ μέρους του Κυρίου.
46Αν και είχε ορκιστεί πίστη στο Ναβουχοδονόσορ στο όνομα του Κυρίου, ο Σεδεκίας παραβίασε τον όρκο· επαναστάτησε και πεισματάρης και ισχυρογνώμων, όπως ήταν, παρέβη τις εντολές του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ. 47Οι αρχηγοί του λαού και των ιερέων διέπραξαν κι αυτοί πολλές ασέβειες· ξεπέρασαν σε ανηθικότητα όλα τα έθνη, και μόλυναν τον άγιο ναό του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα.
48Ο Θεός των προγόνων τους εξακολουθούσε να τους στέλνει τους προφήτες του και να τους καλεί να μετανοήσουν, γιατί λυπόταν τους ίδιους και το ναό του. 49Αλλά όταν ο Κύριος τους μιλούσε με τους προφήτες του, εκείνοι τους κορόιδευαν και τους περιπαίζανε. Τελικά ο Κύριος οργίστηκε τόσο πολύ κατά του λαού του, ώστε διέταξε να εκστρατεύσουν εναντίον τους οι βασιλιάδες των Βαβυλωνίων και κατέσφαξαν τους νέους γύρω από τον άγιο ναό. 50Δε λυπήθηκαν κανέναν: αγόρια και κορίτσια, νέους και γέρους· όλους τους παρέδωσε ο Κύριος στην εξουσία τους. 51Επίσης άρπαξαν όλα τα ιερά σκεύη από το ναό, μικρά και μεγάλα, τα αντικείμενα της κιβωτού του Κυρίου και τα βασιλικά θησαυροφυλάκια και τα μετέφεραν στη Βαβυλώνα. 52Έκαψαν το ναό, γκρέμισαν τα τείχη της Ιερουσαλήμ κι έβαλαν φωτιά στους πύργους τους· 53κατέστρεψαν κάθε ομορφιά της πόλης κι έσυραν αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα όσους επέζησαν. 54Εκεί έμειναν υπόδουλοι στο Ναβουχοδονόσορ και στους διαδόχους του, μέχρις ότου εμφανίστηκε η περσική αυτοκρατορία. Έτσι εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είχε πει με τον προφήτη Ιερεμία: 55«Η χώρα θα ερημωθεί, ώσπου ν’ αποζημιωθεί για τα σαββατικά έτη που δεν τα είχε τηρήσει –δηλαδή εβδομήντα χρόνια».δ
Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 3
Ο διαγωνισμός των σωματοφυλάκων του βασιλιά
1Κάποτε ο βασιλιάς Δαρείος έκανε ένα μεγάλο συμπόσιο για όλους όσους είχε στην υπηρεσία του. Προσκάλεσε τους δούλους του που είχαν γεννηθεί στο σπίτι του, τους αυλάρχες της Μηδίας και της Περσίας, 2τους διοικητές, τους στρατηγούς και τους επάρχους όλου του βασιλείου του, από την Ινδία μέχρι την Αιθιοπία, εκατόν είκοσι εφτά διοικήσεις. 3Έφαγαν όλοι και ήπιαν, κι όταν χόρτασαν διαλύθηκαν. Ο βασιλιάς Δαρείος πήγε στο υπνοδωμάτιό του και κοιμήθηκε, αλλά σύντομα ξύπνησε.
4Τότε οι τρεις νεαροί σωματοφύλακες του βασιλιά είπαν μεταξύ τους: 5«Ελάτε να πούμε καθένας κάτι που κατά τη γνώμη του είναι το επικρατέστερο σ’ όλο τον κόσμο. Σ’ εκείνον που ο λόγος του θα φανεί στο βασιλιά ευφυέστερος από των άλλων, ο βασιλιάς θα του δώσει μεγάλα δώρα και τιμές. 6Θα φοράει πορφύρα, θα πίνει κρασί από χρυσό ποτήρι και θα κοιμάται σε χρυσό κρεβάτι· θα τον μεταφέρουν με άμαξα που θα τη σέρνουν άλογα με χρυσά χαλινάρια· θα φοράει τιάρα από βύσσο, και στο λαιμό χρυσό περιδέραιο. 7Και ως σοφός, θα πάρει τη δεύτερη θέση μετά το Δαρείο, και θα ονομαστεί “μέλος της οικογένειας του Δαρείου”».
8Έγραψαν λοιπόν καθένας τη γνώμη του, τη σφράγισαν και την έβαλαν κάτω απ’ το προσκέφαλο του βασιλιά Δαρείου και είπαν: 9«Όταν σηκωθεί ο βασιλιάς, θα του δώσουν τα σημειώματα· κι εκείνος που ο βασιλιάς και οι τρεις αυλάρχες της Περσίας θα κρίνουν ότι η γνώμη του είναι η ευφυέστερη, σύμφωνα με το τι έχει γράψει, αυτός θα είναι ο νικητής». 10Ο ένας λοιπόν έγραψε: «Το κρασί είναι το επικρατέστερο πράγμα». 11Ο άλλος έγραψε: «Ο βασιλιάς είναι επικρατέστερος». 12Ο τρίτος έγραψε: «Επικρατέστερες είναι οι γυναίκες, όλα όμως τα νικάει η αλήθεια».
13Όταν σηκώθηκε ο βασιλιάς, του έδωσαν τα σημειώματα και τα διάβασε. 14Εκείνος έστειλε αγγελιοφόρους και κάλεσε όλους τους άρχοντες της Περσίας και της Μηδίας, τους διοικητές, τους στρατηγούς, τους επάρχους, όλους τους ανώτατους άρχοντες και κάθισε στο βήμα του δικαστηρίου και διαβάστηκαν ενώπιόν του τα τρία σημειώματα. 15Τότε ο βασιλιάς διέταξε: «Καλέστε τους νέους να μας εξηγήσουν τις γνώμες τους». Τους κάλεσαν κι όταν εκείνοι μπήκαν στην αίθουσα, 16τους ζήτησαν να δώσουν εξηγήσεις γι’ αυτά που είχαν γράψει.
Η ομιλία για το κρασί
17Πρώτος άρχισε εκείνος που είχε γράψει για τη δύναμη του κρασιού: 18«Κύριοι», είπε, «γιατί να μην είναι δυνατότερο απ’ όλα τα πράγματα το κρασί; Αυτό θολώνει το μυαλό όλων όσοι το πίνουν. 19Το μυαλό του βασιλιά και του ορφανού, του δούλου και του ελεύθερου, του φτωχού και του πλούσιου –σε όλους η επίδραση είναι ίδια. 20Κάνει όλους να νιώθουνε χαρά και ξεγνοιασιά και να ξεχνάνε υποχρεώσεις και καημούς. 21Τους κάνει όλους να νιώθουν πλούσιοι· κανένας πιωμένος δεν υπολογίζει ούτε βασιλιά ούτε διοικητή και μιλάει ακατάσχετα για τα πάντα. 22Όταν πίνουν οι άνθρωποι ξεχνούν αδέρφια και φίλους και μετά από λίγο σφάζονται μεταξύ τους· 23ύστερα, όταν ξεμεθύσουν, δε θυμούνται πια τι έκαναν. 24Κύριοι, δεν είναι το κρασί το πιο δυνατό πράγμα στον κόσμο, αφού μας αναγκάζει να φερόμαστε έτσι;» Και μ’ αυτά τα λόγια τελείωσε.
Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 4
Η ομιλία για το βασιλιά
1Μετά άρχισε να μιλάει ο δεύτερος, αυτός που είχε γράψει για τη δύναμη του βασιλιά: 2«Κύριοι, δεν είναι ισχυρότεροι οι άνθρωποι, αφού κυριαρχούν στη γη και στη θάλασσα και σ’ ό,τι βρίσκεται μέσα σ’ αυτές; 3Ο βασιλιάς, όμως, είναι ακόμα πιο ισχυρός· αυτός κυριαρχεί και εξουσιάζει τους ανθρώπους κι όλοι δίνουν προσοχή σε ό,τι τους λέει. 4Αν τους διατάξει να κάνουν πόλεμο ο ένας εναντίον του άλλου, κάνουν. Αν τους στείλει εναντίον των εχθρών, πάνε και κυριεύουν τα βουνά, τα τείχη και τα κάστρα τους. 5Σκοτώνουν και σκοτώνονται αλλά δεν παραβαίνουν τη διαταγή του βασιλιά. Αν νικήσουν, τα φέρνουν όλα στο βασιλιά –τα λάφυρα που παίρνουν κι ο,τιδήποτε άλλο. 6Και όσοι δεν πάνε στο στρατό και δεν πολεμούν αλλά καλλιεργούν τη γη, πάλι όταν σπείρουν και θερίσουν, στο βασιλιά θα φέρουν τη σοδειά· και υποχρεώνουν ο ένας τον άλλο να καταβάλλουν φόρους στο βασιλιά. 7Ο βασιλιάς όμως είναι ένας. Αν τους πει να σκοτώσουν, σκοτώνουν· αν τους διατάξει να ελευθερώσουν, ελευθερώνουν· 8τους διατάζει να επιτεθούν και επιτίθενται· διατάζει να ερημώσουν και ερημώνουν· διατάζει να χτίσουν και χτίζουν· 9διατάζει να ξεριζώσουν, ξεριζώνουν· διατάζει να φυτέψουν, φυτεύουν. 10Όλος ο λαός και ο στρατός του στο βασιλιά υπακούουν. 11Αυτός είναι ξαπλωμένος, τρώει, πίνει και κοιμάται, και οι δούλοι φυλάνε γύρω του· κανένας τότε δεν μπορεί να ξεμακρύνει και να κάνει δικές του δουλειές ούτε να τον παρακούσει. 12Κύριοι, τίποτα στον κόσμο δεν είναι δυνατότερο από το βασιλιά, αφού οι πάντες τον υπακούν σε τέτοιο βαθμό». Και μ’ αυτό τελείωσε.
Η ομιλία για τις γυναίκες
13Τελευταίος μίλησε εκείνος που είχε γράψει για τις γυναίκες και για την αλήθεια –αυτός ήταν ο Ζοροβάβελ: 14«Κύριοι», άρχισε, «ο βασιλιάς αναμφισβήτητα είναι μεγάλος, οι άνθρωποι πολυάριθμοι και το κρασί δυνατό. Ποιος όμως είναι αυτός που εξουσιάζει ή κυριαρχεί σ’ όλους αυτούς; Δεν είναι οι γυναίκες; 15Οι γυναίκες γέννησαν το βασιλιά και όλους τους ανθρώπους, που είναι κυρίαρχοι στη θάλασσα και στη στεριά. 16Αυτές γέννησαν και ανέθρεψαν εκείνους που φυτεύουν τ’ αμπέλια, από τα οποία παράγεται το κρασί. 17Οι γυναίκες ράβουν τα ρούχα που φοράνε οι άντρες· αυτές αποδίδουν τιμή στους άντρες κι εκείνοι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς αυτές.
18»Οι άντρες συγκεντρώνουν χρυσάφι και ασήμι και ωραία πράγματα· όταν όμως δουν μια γυναίκα με ωραίο σώμα ή όμορφο πρόσωπο, 19τ’ αφήνουν όλα και την αποθαυμάζουν. Την κοιτάνε μ’ ανοιχτό στόμα και όλοι προτιμούν αυτήν παρά το χρυσάφι ή το ασήμι και τα άλλα όμορφα πράγματα. 20Ο άντρας εγκαταλείπει τον πατέρα του, που τον ανέθρεψε, και την πατρίδα του, και ενώνεται με τη γυναίκα του. 21Μ’ αυτήν ζει την υπόλοιπη ζωή του και ξεχνάει τον πατέρα του, τη μάνα του και την πατρίδα του. 22Απ’ αυτό πρέπει να καταλάβετε ότι οι γυναίκες κυριαρχούν πάνω μας. Υποφέρετε και κουράζεστε κι όλα τα φέρνετε και τα δίνετε στις γυναίκες! 23Ο άντρας παίρνει το ξίφος του και βγαίνει να ληστέψει και να κλέψει. Διασχίζει θάλασσες και ποτάμια, 24τα βάζει με τα λιοντάρια, ταξιδεύει μες στη νύχτα κι όταν κλέψει, αρπάξει και ληστέψει, έρχεται και τα φέρνει όλα στην αγαπημένη του.
25»Ο άντρας αγαπάει τη γυναίκα του πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τους γονείς του. 26Πολλοί έχασαν τα μυαλά τους για τις γυναίκες κι έγιναν δούλοι γι’ αυτές. 27Πολλοί καταστράφηκαν, απέτυχαν και αμάρτησαν για τις γυναίκες. 28Ακόμα δε με πιστεύετε; Ο βασιλιάς μας είναι οπωσδήποτε μεγάλος με την εξουσία που έχει. Όλες οι χώρες φοβούνται να του επιτεθούν. 29Κι όμως, κάποτε είδα το βασιλιά και δεξιά του να κάθεται η παλλακίδα του η Απάμη, κόρη του ένδοξου Βαρτάκου. 30Του έβγαζε το στέμμα απ’ το κεφάλι και το έβαζε στο δικό της και με τ’ αριστερό της χέρι χαστούκιζε το βασιλιά! 31Παρ’ όλα αυτά, εκείνος την κοίταζε με ανοιχτό το στόμα. Αν του χαμογελούσε, γελούσε κι αυτός· αν του θύμωνε, την καλόπιανε για να τα ’χει καλά μαζί της. 32Κύριοι, δεν είναι ισχυρότερες οι γυναίκες, όταν μπορούν και φέρνονται μ’ αυτόν τον τρόπο;» 33Τότε ο βασιλιάς και οι άρχοντες έμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο.
Η ομιλία για την αλήθεια
34Μετά ο Ζοροβάβελ άρχισε να μιλάει για την αλήθεια: «Κύριοι, οι γυναίκες είναι πράγματι ισχυρές. Είναι μεγάλη η γη και ψηλός ο ουρανός, κι ο ήλιος γρήγορος στην τροχιά του· κάνει τον κύκλο του ουρανού και ξαναγυρίζει στη θέση του σε μία μέρα. 35Είναι, λοιπόν, πολύ σπουδαίος που κάνει κάτι τέτοιο. Η αλήθεια όμως είναι ακόμα μεγαλύτερη και ισχυρότερη απ’ όλα αυτά. 36Όλη η γη την αλήθεια αναζητάει, ο ουρανός αυτήν εγκωμιάζει κι όλα τα δημιουργήματα τρέμουν από φόβο μπροστά της. Δεν υπάρχει η παραμικρή αδικία σ’ αυτήν.
37»Ματαιότητα υπάρχει στο κρασί, στο βασιλιά, στις γυναίκες, σ’ όλους τους ανθρώπους και στα έργα τους και σ’ ο,τιδήποτε άλλο. Σε τίποτε απ’ αυτά δεν υπάρχει αλήθεια και θα καταστραφούν μέσα στη ματαιότητά τους. 38Η αλήθεια όμως διαρκεί και είναι για πάντα ισχυρή. Ζει κι εξουσιάζει αιώνια. 39Αυτή δεν λαμβάνει υπόψη της πρόσωπα ή διαφορές· κάνει το σωστό και ποτέ το άδικο και το κακό. Όλοι είναι ευχαριστημένοι με τα έργα της και οι αποφάσεις της είναι πάντα δίκαιες. 40Η αλήθεια είναι η δυνατή, η μεγαλόπρεπη βασίλισσα, που εξουσιάζει στους αιώνες των αιώνων. Ας είναι δοξασμένος ο Θεός της αλήθειας!»
41Στο σημείο αυτό ο Ζοροβάβελ σταμάτησε να μιλάει. Τότε όλοι φώναξαν και είπαν: «Πράγματι, μεγάλη είναι η αλήθεια και παντοδύναμη!»
Η απάντηση του βασιλιά
42Ο βασιλιάς τότε είπε στο Ζοροβάβελ: «Ζήτησε ό,τι θέλεις, και περισσότερα απ’ όσα έχουν συμφωνηθεί, κι εγώ θα σου τα δώσω, γιατί αποδείχτηκες σοφότερος απ’ όλους! Θα γίνεις σύμβουλός μου και θα ονομαστείς “μέλος της βασιλικής οικογένειας”».
43Ο Ζοροβάβελ απάντησε στο βασιλιά: «Θυμήσου, βασιλιά, το τάμα που έκανες την ημέρα που ανέλαβες τη βασιλεία σου: Υποσχέθηκες να ανοικοδομήσεις την Ιερουσαλήμ, 44και να επιστρέψεις όλους τους θησαυρούς που έχουν αφαιρεθεί από την πόλη. Όταν ο Κύρος ορκίστηκε να καταστρέψει τη Βαβυλώνα, ξεχώρισε όλα αυτά τα πολύτιμα αντικείμενα κι έδωσε επίσημη υπόσχεση να τα στείλει πίσω στην Ιερουσαλήμ. 45Επίσης υποσχέθηκες να χτιστεί ο ναός που έκαψαν οι Ιδουμαίοι, όταν ερημώθηκε η Ιουδαία από τους Βαβυλώνιους. 46Τώρα, λοιπόν, να τι ζητάω από σένα, κύριέ μου βασιλιά, και αυτή ας είναι η ηγεμονική σου γενναιοδωρία: Σε παρακαλώ να εκπληρώσεις εκείνο το τάμα που εσύ ο ίδιος έκανες στο βασιλιά του ουρανού».
47Ο βασιλιάς Δαρείος σηκώθηκε, φίλησε το Ζοροβάβελ και έγραψε για χάρη του επιστολές προς όλους τους ταμίες, τους επάρχους, τους στρατηγούς και τους διοικητές της χώρας, να εξασφαλίσουν προστατευτική συνοδεία γι’ αυτόν και για όσους θα ανέβαιναν μαζί του να ανοικοδομήσουν την Ιερουσαλήμ. 48Έγραψε ακόμη επιστολές προς όλους τους επάρχους της Κοίλης Συρίας,η της Φοινίκης και του Λιβάνου, να μεταφέρουν ξύλα κέδρου από το Λίβανο στην Ιερουσαλήμ και να βοηθήσουν το Ζοροβάβελ ν’ ανοικοδομήσει την πόλη. 49Επίσης ο βασιλιάς έγραψε επιστολές και για τους Ιουδαίους που ανέβαιναν από το βασίλειό του στην Ιουδαία, με τις οποίες έδινε εγγυήσεις για την ελευθερία τους, έτσι που κανένας διοικητής, έπαρχος, ταμίας ή άλλος αξιωματούχος να μην μπορεί να αναμειγνύεται στις υποθέσεις τους. 50Όλη η περιοχή που θα καταλάμβαναν θα ήταν αφορολόγητη. Οι Ιδουμαίοι διατάζονταν να επιστρέψουν στους Ιουδαίους τις πόλεις που τους είχαν πάρει, 51και να δίνουν για την ανοικοδόμηση του ναού κάθε χρόνο είκοσι τάλαντα, μέχρι την αποπεράτωσή του. 52Επίσης να δίνουν δέκα τάλαντα το χρόνο για τα έξοδα των δέκα εφτά θυσιών που είχαν εντολή να προσφέρουν κάθε μέρα. 53Όλοι όσοι θα ανέβαιναν από τη Βαβυλώνα για να χτίσουν την πόλη, ήταν ελεύθεροι αυτοί και τα παιδιά τους και οι ιερείς.
54Ακόμα ο βασιλιάς έγραψε για τα έξοδα των ιερέων που έπρεπε να τους καταβάλλονται και για τις στολές που θα τους δίνονταν, με τις οποίες θα λειτουργούσαν. 55Στους λευίτες θα καταβάλλονταν τα έξοδα μέχρι την ημέρα που θα τελείωνε η ανοικοδόμηση του ναού και της Ιερουσαλήμ. 56Επίσης έγραψε να δοθεί μερίδιο γης και μισθός στους φρουρούς της πόλης. 57Τέλος επανέλαβε τη διαταγή του Κύρου να επιστραφούν στην Ιερουσαλήμ όλα τα σκεύη του ναού, που εκείνος τα είχε κιόλας ξεχωρίσει στη Βαβυλώνα.
58Όταν ο νεαρός Ζοροβάβελ βγήκε από την αίθουσα, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό προς το μέρος της Ιερουσαλήμ και δοξολόγησε το βασιλιά του ουρανού μ’ αυτά τα λόγια: 59«Από σένα, Κύριε, προέρχεται η νίκη και η σοφία· δική σου είναι η δόξα κι εγώ είμαι δούλος σου. 60Δοξασμένος να είσαι εσύ, που μου χάρισες σοφία! Σ’ ευχαριστώ, Κύριε των προγόνων μας».
61Πήρε τα γράμματα και πήγε στη Βαβυλώνα και τα ανακοίνωσε όλα αυτά στους ομοεθνείς του. 62Τότε όλοι δόξασαν το Θεό των προγόνων τους, γιατί τους χάρισε την ελευθερία τους και τους έδωσε κι όλες τις διευκολύνσεις 63ν’ ανεβούν και να ανοικοδομήσουν την Ιερουσαλήμ και το ναό που φέρει το όνομά του. Εφτά μέρες γιόρταζαν το γεγονός με μουσικά όργανα και πανηγυρισμούς.


Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 5
Η προετοιμασία για την επιστροφή στην Ιερουσαλήμ
1Μετά απ’ αυτά εκλέχθηκαν οι αρχηγοί των οικογενειών κατά φυλές, για να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τις γυναίκες τους, τους γιους τους, τις κόρες τους, τους δούλους τους, τις δούλες τους και τα ζώα τους. 2Ο βασιλιάς Δαρείος έστειλε μαζί τους χίλιους ιππείς να τους συνοδέψουν με ασφάλεια πίσω στην Ιερουσαλήμ, με μουσικά όργανα, τύμπανα και αυλούς. 3Όλοι οι συμπατριώτες τους βάδιζαν παίζοντας όργανα, μαζί με τους καβαλάρηδες που είχαν διαταχθεί να πάνε μαζί.
4Αυτά είναι τα ονόματα των αντρών που γύριζαν πίσω στις περιοχές τους κατά οικογένειες και τμήματα: 5Από τους ιερείς, απογόνους του Φινεές, γιου του Ααρών ήταν: Ο Ιησούς, γιος του Ιωσεδέκ, γιου του Σαραίου και ο Ιωακίμ, γιος του Ζοροβάβελ, γιου του Σαλαθιήλ, από την οικογένεια του Δαβίδ, τη γενιά του Φαρές της φυλής Ιούδα. 6Αυτός ο Ζοροβάβελ ήταν που είχε πει τα σοφά εκείνα λόγια ενώπιον του Δαρείου, βασιλιά των Περσών, το δεύτερο χρόνο της βασιλείας του, το μήνα Νισάν, που ήταν κι ο πρώτος μήνας.
Ο κατάλογος αυτών που επέστρεψαν από την αιχμαλωσία
(Εσδ 2,1-70· Νε 7,4-73)
7Αυτοί είναι οι Ιουδαίοι, που επέστρεψαν από την αιχμαλωσία. Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ είχε οδηγήσει τις οικογένειές τους στη Βαβυλώνα κι από τότε ζούσαν εκεί αιχμάλωτοι. 8Γύρισαν στην Ιερουσαλήμ και στην υπόλοιπη Ιουδαία καθένας στην πόλη του, με αρχηγούς το Ζοροβάβελ, τον Ιησού, το Νεεμία, το Ζαραία, το Ρησαία, τον Ενήνιο, το Μαρδοχαίο, το Βεελσάρο, τον Ασφαράσο, το Βορολία, το Ροΐμο και το Βαανά.
9Ο αριθμός των αντρών του λαού και οι αρχηγοί τους ήταν: Οι απόγονοι του Φόρος, δύο χιλιάδες εκατόν εβδομήντα δύο· 10του Σαφάτ, τετρακόσιοι εβδομήντα δύο· του Αρές, εφτακόσιοι πενήντα έξι· 11του Φαάθ Μωάβ, δηλαδή οι απόγονοι του Ιησού και του Ιωάβ, δύο χιλιάδες οκτακόσιοι δώδεκα. 12Οι απόγονοι του Ωλάμου, χίλιοι διακόσιοι πενήντα τέσσερις· του Ζατού, εννιακόσιοι σαράντα πέντε· του Χορβέ, εφτακόσιοι πέντε· του Βανί, εξακόσιοι σαράντα οκτώ· 13του Βηβαί, εξακόσιοι είκοσι τρεις· του Ασγάδ, χίλιοι τριακόσιοι είκοσι δύο. 14Οι απόγονοι του Αδωνικάμ, εξακόσιοι εξήντα εφτά· του Βαγοΐ, δύο χιλιάδες εξήντα έξι· του Αδινού, τετρακόσιοι πενήντα τέσσερις. 15Οι απόγονοι του Ατήρ Εζεκία, ενενήντα δύο· του Κιλάν και Αζητάς, εξήντα εφτά· του Αζουρού, τετρακόσιοι τριάντα δύο. 16Οι απόγονοι του Αννίας, εκατόν ένας· του Αρόμ· του Βασσαί, τριακόσιοι είκοσι τρεις· του Αρίφου, εκατόν δώδεκα· 17και οι απόγονοι του Βαιτηρούς, τρεις χιλιάδες πέντε. Επίσης επέστρεψαν στις πόλεις όπου είχαν κατοικήσει οι πρόγονοί τους, ως εξής: Στη Βαιθλωμών εκατόν είκοσι τρεις άντρες. 18Στη Νετεβά, πενήντα πέντε· στην Ένατο, εκατόν πενήντα οκτώ· στη Βαιτασμών, σαράντα δύο. 19Στην Καριαθιαρί, είκοσι πέντε· στην Καπίρα και στη Βηρότ, εφτακόσιοι σαράντα τρεις. 20Στις πόλεις που κατοικούσαν οι Χαδιασάι και οι Αμμίδιοι, τετρακόσιοι είκοσι δύο. Στην Κιραμά και στη Γάβη, γύρισαν εξακόσιοι είκοσι ένας. 21Στη Μακαλών, εκατόν είκοσι δύο· στη Βετολίω, πενήντα δύο. Στη Νιφίς, εκατόν πενήντα έξι· 22στην άλλη Κάλαμο και στην Ωνούς, εφτακόσιοι είκοσι πέντε· 23στην Ιερεχόν, τριακόσιοι σαράντα πέντε, και στη Σανάας, τρεις χιλιάδες τριακόσιοι τριάντα.
24Οι ιερείς που γύρισαν από την αιχμαλωσία ήταν: Οι απόγονοι του Ιεδδού, απογόνου του Ιησού και του Ανασίβ, εννιακόσιοι εβδομήντα δύο· οι απόγονοι του Εμμήρου, χίλιοι πενήντα δύο. 25Οι απόγονοι του Φασούρου, χίλιοι διακόσιοι σαράντα εφτά· του Χαρμή, χίλιοι δέκα εφτά.
26Οι λευίτες: Οι απόγονοι του Ιησού, του Καδμιήλου, του Βάννου και του Σουδίου, εβδομήντα τέσσερις.
27Οι ψάλτες: Οι απόγονοι του Ασάφ, εκατόν είκοσι οχτώ.
28Οι θυρωροί: Οι απόγονοι του Σαλούμ, του Ατάρ, του Τολμάν, του Ακούβ, του Ατητά και του Σωβαΐ, όλοι εκατόν τριάντα εννιά.
29Οι υπηρέτες του ναού: Οι απόγονοι του Ησαύ, του Ασιφά, του Ταβαώθ, του Κηράς, του Σουά, του Φαδαίου, του Λαβανά, του Αγγαβά, 30του Ακούδ, του Ουτά, του Κητάβ, του Αγαβά, του Συβαΐ, του Ανάν, του Καθουά, του Γεδδούρ, 31του Ιαΐρου, του Δαισάν, του Νοεβά, του Χασεβά, του Γαζηρά, του Οζία, του Φινοέ, του Ασαρά, του Βασθαΐ, του Ασανά, του Μαανί, του Ναφισί, του Ακούφ, του Αχιβά, του Ασούρ, του Φαρακίμ, του Βασαλώθ, 32του Μεεδδά, του Κουθά, του Χαρέα, του Βαρχούς, του Σεράρ, του Θομοΐ, του Νασί και του Ατιφά.
33Οι απόγονοι των δούλων του Σολομώντα,θ που γύρισαν από την αιχμαλωσία ήταν: Οι απόγονοι του Ασσαφιώθ, του Φαριδά, του Ιεηλί, του Λοζών, του Ισδαήλ, του Σαφυθί, 34του Αγιά, του Φακαρέθ-σαβιή, του Σαρωθιέ, του Μασίας, του Γας, του Αδδούς, του Σουβάς, του Αφερά, του Βαρωδίς, του Σαφάτ, του Αμών. 35Όλοι οι υπηρέτες του ναού και οι απόγονοι των δούλων του Σολομώντα ήταν τριακόσιοι εβδομήντα δύο.
36-37Υπήρχαν και εξακόσιοι πενήντα δύο άντρες που ανήκαν στην οικογένεια του Δαλάν, απογόνου του Τουβάν, και στην οικογένεια του Νεκωδάν, και επέστρεψαν από τις πόλεις Θερμελέθ και Θελερσάς, με αρχηγούς τον Χαραάθ, τον Αδάν και τον Αμάρ. Αυτοί όμως δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι οι οικογένειές τους και οι συγγένειές τους ήταν ισραηλιτικής καταγωγής.
38Ιερείς, που είχαν σφετεριστεί το ιερατικό αξίωμα και δε βρέθηκαν στους καταλόγους ήταν: Οι απόγονοι του Οββία, του Ακκώς, και του Ιοδδούς, ο οποίος πήρε γυναίκα την Αιγία, από τις κόρες του Φαρζελλαίου και πήρε το όνομά του πεθερού του. 39Εξετάσθηκε το γενεαλογικό τους δέντρο στους καταλόγους αλλά δε βρέθηκε, κι έτσι αποκλείσθηκαν από το αξίωμα της ιεροσύνης. 40Ο Νεεμίας και ο Ατθαρίας τους είπαν ότι δεν μπορούσαν να παίρνουν μέρος στις ιερές τελετές, μέχρις ότου παρουσιαστεί αρχιερέας, που θα φοράει τη Δήλωση και την Αλήθεια.ι
41Όλοι οι Ισραηλίτες, από δώδεκα ετών και πάνω, χωρίς τους δούλους και τις δούλες, ήταν σαράντα δύο χιλιάδες τριακόσιοι εξήντα. Οι δούλοι τους και οι δούλες ήταν εφτά χιλιάδες τριακόσιοι τριάντα εφτά. Οι ψάλτες και οι ψάλτριες ήταν διακόσιοι σαράντα πέντε. 42Οι καμήλες τους ήταν τετρακόσιες τριάντα πέντε, τα άλογα εφτά χιλιάδες τριάντα έξι, τα μουλάρια διακόσια σαράντα πέντε και τα γαϊδούρια πέντε χιλιάδες πεντακόσια είκοσι πέντε.
43Μερικοί από τους αρχηγούς των οικογενειών, όταν έφτασαν στο ναό του Θεού στα Ιεροσόλυμα, υποσχέθηκαν να χτίσουν το ναό στον τόπο του ανάλογα με τη δύναμή τους, 44και να δώσουν στο ιερό θησαυροφυλάκιο για τα έργα της ανοικοδόμησης χίλιες χρυσές και πέντε χιλιάδες ασημένιες μνες και εκατό ιερατικές στολές.
45Οι ιερείς, οι λευίτες και μερικοί από το λαό εγκαταστάθηκαν στην Ιερουσαλήμ και στη γύρω ύπαιθρο· οι ψάλτες, οι θυρωροί και όλος ο άλλος λαός εγκαταστάθηκαν στις πόλεις των προγόνων τους.
Η λατρεία του Θεού ξαναρχίζει
(Εσδ 3,1-6)
46Τον έβδομο μήνα, όλοι οι Ισραηλίτες είχαν πια εγκατασταθεί καθένας στον τόπο του. Μετά συγκεντρώθηκαν όλοι με κοινό σκοπό στο μεγάλο χώρο που βρίσκεται μπροστά στην πρώτη πύλη του ναού στην ανατολική πλευρά του.
47Ο Ιησούς, γιος του Ιωσεδέκ, οι συνάδελφοί του ιερείς, ο Ζοροβάβελ, γιος του Σαλαθιήλ και οι συγγενείς του, ετοίμασαν το θυσιαστήριο του Θεού του Ισραήλ, 48για να προσφέρουν σ’ αυτό ολοκαύτωμα, σύμφωνα με όσα ορίζονται σαφώς στο βιβλίο του Μωυσή, του ανθρώπου του Θεού. 49Μερικοί όμως από τους γύρω λαούς της περιοχής συνενώθηκαν εναντίον τους. Και μολονότι όλα αυτά τα έθνη ήταν εχθρικά απέναντι στους Ιουδαίους και εμπόδιζαν τις εργασίες, αυτοί αποπεράτωσαν την ανοικοδόμηση του θυσιαστηρίου στην αρχική του θέση. Μετά οι Ιουδαίοι άρχισαν να προσφέρουν κανονικά πάνω σ’ αυτό τις θυσίες και τα ολοκαυτώματα στον Κύριο το πρωί και το απόγευμα. 50Επίσης γιόρτασαν τη γιορτή της Σκηνοπηγίας, όπως ορίζει ο νόμος, προσφέροντας κάθε μέρα τις θυσίες που προβλέποντανια από τους κανονισμούς. 51Μετά απ’ αυτά έκαναν τις καθημερινές προσφορές, τις θυσίες των σαββάτων, της νουμηνίας και όλων των αγίων εορτών.ιβ 52Και όσοι έκαναν τάματα στο Θεό, άρχισαν από την πρώτη μέρα του έβδομου μήνα να προσφέρουν τις θυσίες τους, αν και δεν είχε χτιστεί ακόμη ο ναός.
Αρχίζει η ανοικοδόμηση του ναού
(Εσδ 3, 7-13)
53Ο λαός έδωσε χρήματα για να πληρωθούν οι ξυλοκόποι και οι μαραγκοί· επίσης έδωσαν φαγητά και ποτά. Και έστειλαν στους Σιδωνίους και τους Τύριους άμαξες για να μεταφέρουν ξύλα κέδρου από το Λίβανο και να τα περάσουν με σχεδίες στο λιμάνι της Ιόππης. Όλα αυτά έγιναν σύμφωνα με την έγγραφη προς αυτούς διαταγή του Κύρου, βασιλιά των Περσών.
54-55Το δεύτερο μήνα, λοιπόν, του δεύτερου χρόνου από τότε που ήρθαν στον τόπο του ναού στην Ιερουσαλήμ, άρχισαν όλοι μαζί το έργο της ανοικοδόμησης και έβαλαν τα θεμέλια του ναού. Ήταν ο Ζοροβάβελ, γιος του Σαλαθιήλ, και ο Ιησούς, γιος του Ιωσεδέκ, κι οι υπόλοιποι συμπατριώτες τους, οι ιερείς, οι λευίτες, δηλαδή όλοι όσοι είχαν γυρίσει στην Ιερουσαλήμ από την αιχμαλωσία.
56Οι λευίτες από είκοσι ετών και πάνω διορίστηκαν να επιβλέπουν τις εργασίες του ναού του Κυρίου. Διορίστηκαν ο Ιησούς, οι γιοι του και οι συγγενείς του, ο αδερφός του ο Καδμιήλ, οι γιοι του Ιησού του Ημαδαβούν, οι απόγονοι του Ιωδά του Ιλιαδούν, μαζί με τους γιους του και τους συγγενείς του· όλοι δηλαδή οι λευίτες εργάζονταν μαζί ως επιστάτες στις εργασίες του ναού του Θεού.
57Ένώ οι χτίστες έχτιζαν το ναό του Θεού, οι ιερείς είχαν πάρει τις θέσεις τους και στέκονταν ντυμένοι τις στολές τους, κρατώντας μουσικά όργανα και σάλπιγγες· στέκονταν και οι λευίτες, οι απόγονοι του Ασάφ, με κύμβαλα. Δοξολογούσαν κι ευχαριστούσαν τον Κύριο, σύμφωνα με τους κανονισμούς του Δαβίδ, βασιλιά του Ισραήλ. 58Φώναζαν μ’ όλη τους τη δύναμη ευχαριστώντας τον Κύριο κι επαναλαμβάνοντας με ύμνους: «η δόξα του Κυρίου και η αγάπη του για τον Ισραήλ διαρκούν αιώνια». 59Όλος ο λαός σάλπιζε κι ευχαριστούσε με μεγάλη φωνή τον Κύριο που ξαναχτιζόταν ο ναός. 60Μερικοί όμως από τους γεροντότερους ιερείς και λευίτες και από τους αρχηγούς των οικογενειών, που είχαν δει τον προηγούμενο ναό, όταν έρχονταν τώρα εκεί που χτιζόταν ο νέος ναός, έκλαιγαν και θρηνολογούσαν με δυνατές κραυγές. 61Άλλοι με τις σάλπιγγες αλάλαζαν χαρούμενα. 62Ο λαός σάλπιζε δυνατά κι ακουγόταν από πολύ μακριά· όσοι όμως ήταν κοντά δεν άκουγαν τις σάλπιγγες, γιατί ο θρήνος εκεί γύρω ήταν δυνατότερος.
Η αντίσταση στην ανοικοδόμηση του ναού
(Εσδ 4,1-5)
63Οι εχθροί των φυλών Ιούδα και Βενιαμίν άκουσαν τα σαλπίσματα και ήρθαν να δουν τι σήμαιναν όλα αυτά. 64Όταν έμαθαν ότι εκείνοι που είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία, έχτιζαν τώρα το ναό προς τιμήν του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ, 65πλησίασαν το Ζοροβάβελ, τον Ιησού και τους αρχηγούς των συγγενειών και τους είπαν: «Αφήστε μας να χτίσουμε κι εμείς μαζί σας· 66γιατί κι εμείς, όπως κι εσείς, υπακούμε στον ίδιο Κύριο και θυσιάζουμε σ’ αυτόν από τον καιρό του Ασβασαρέθ, βασιλιά των Ασσυρίων, ο οποίος και μας μετέφερε εδώ».
67Ο Ζοροβάβελ, όμως, ο Ιησούς και οι άλλοι αρχηγοί των οικογενειών του Ισραήλ, τους απάντησαν: «Δεν επιτρέπεται να χτίσουμε μαζί το ναό στο Θεό μας, τον Κύριο του Ισραήλ. 68Θα τον χτίσουμε μόνοι μας, όπως μας διέταξε ο Κύρος, βασιλιάς των Περσών».
69Τότε οι ειδωλολάτρες που κατοικούσαν στη χώρα άρχισαν να παρενοχλούν τους Ιουδαίους. Τους στερούσαν τις προμήθειες και τους εμπόδιζαν να χτίσουν. 70Οργάνωναν συνωμοσίες εναντίον τους, ξεσήκωναν ταραχές και οχλαγωγούσαν τόσο, που καθυστερούσε η ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης, όσο ζούσε ο βασιλιάς Κύρος. 71Έτσι, επί δυο χρόνια εμποδίζονταν να χτίσουν, ωσότου έγινε βασιλιάς ο Δαρείος.ιγ
Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 6
Αρχίζει η ανοικοδόμηση του ναού
(Εσδ 5,1-17)
1Το δεύτερο χρόνο της βασιλείας του Δαρείου, ο προφήτης Αγγαίος και ο προφήτης Ζαχαρίας, γιος του Εδδί, άρχισαν να μιλούν εκ μέρους του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ, στους Ιουδαίους που κατοικούσαν στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ. 2Όταν τους άκουσαν ο Ζοροβάβελ, γιος του Σαλαθιήλ και ο Ιησούς, γιος του Ιωσεδέκ, άρχισαν την ανοικοδόμηση του ναού του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ· μαζί τους ήταν κι οι προφήτες του Κυρίου και τους βοηθούσαν.
3Τον ίδιο εκείνο χρόνο παρουσιάστηκαν σ’ αυτούς ο Σισίννης, έπαρχος της Συρίας και της Φοινίκης, ο Σαθραβουζάνης και οι άλλοι αξιωματούχοι και τους ρωτούσαν: 4«Με ποιανού τη διαταγή χτίζετε αυτόν εδώ το ναό και φτάσατε μάλιστα ν’ αποτελειώνετε τη σκεπή του και όλες τις υπόλοιπες εργασίες; Ποιοι είναι οι υπεύθυνοι της οικοδομής εδώ;»
5Αλλά οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων είχαν την εύνοια του Κυρίου, ο οποίος επέβλεπε όλους όσοι είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία. 6Έτσι δεν τους εμπόδισαν στο χτίσιμο, μέχρις ότου γνωστοποιήθηκαν όλα αυτά στο Δαρείο, ο οποίος και τους απάντησε γραπτώς. 7Ακολουθεί αντίγραφο της επιστολής, που οι αξιωματούχοι έγραψαν και έστειλαν στο Δαρείο:
«Ο Σισίννης, έπαρχος της Συρίας και της Φοινίκης, και ο Σαθραβουζάνης και οι άλλοι αξιωματούχοι, ηγεμόνες στη Συρία και στη Φοινίκη, 8χαιρετάμε το βασιλιά Δαρείο.
»Πρέπει να τα γνωρίζεις όλα, κύριέ μας βασιλιά: Όταν ήρθαμε στην περιοχή της Ιουδαίας και στην πόλη της Ιερουσαλήμ, βρήκαμε τους πρεσβυτέρους των Ιουδαίων που είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία στην Ιερουσαλήμ, να οικοδομούν στον Κύριο ένα μεγάλον και καινούριο ναό με πελεκητούς λίθους μεγάλης αξίας και με ξυλοδεσιές στους τοίχους. 9Το όλο έργο γίνεται με ταχύτατο ρυθμό και πηγαίνει πάρα πολύ καλά. Βάζουν όλη τους τη φροντίδα και γίνεται κάτι μεγαλόπρεπο.
10»Ζητήσαμε, λοιπόν, από τους πρεσβυτέρους του λαού να μάθουμε με ποιανού τη διαταγή έχτιζαν το ναό αυτό και έβαζαν τα θεμέλια του τείχους. 11Θελήσαμε επίσης να μάθουμε ποιοι είναι οι αρχηγοί τους και να σου στείλουμε πίνακα με τα ονόματά τους για να ενημερωθείς σχετικά.
12»Εκείνοι μας απάντησαν: “εμείς είμαστε δούλοι του Κυρίου, που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη. 13Ο ναός αυτός είχε χτιστεί και οργανωθεί πολλά χρόνια πριν, από έναν μεγάλο και ισχυρό βασιλιά του Ισραήλ. 14Οι πρόγονοί μας, όμως, αμάρτησαν στον επουράνιο Κύριο του Ισραήλ και τον εξόργισαν. Γι’ αυτό κι εκείνος τους παρέδωσε στο βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ, της δυναστεία των Βαβυλωνίων. 15Αυτοί γκρέμισαν το ναό και τον έκαψαν κι οδήγησαν το λαό αιχμάλωτο στη Βαβυλώνα. 16Τον πρώτο όμως χρόνο, που βασίλεψε στη Βαβυλώνα ο Κύρος, αυτός έδωσε γραπτή εντολή να χτίσουν ετούτον το ναό. 17Τα ιερά σκεύη, τα χρυσά και τα ασημένια, που ο Ναβουχοδονόσορ τα είχε μεταφέρει από το ναό στην Ιερουσαλήμ και τα είχε τοποθετήσει στο δικό του ναό, ο βασιλιάς Κύρος πάλι τα έβγαλε από το ναό της Βαβυλώνας, και τα παρέδωσε στο Ζοροβάβελ και στο διοικητή Σαναβάσσαρο”.
18»Σ’ αυτόν δόθηκε εντολή να μεταφέρει όλα αυτά τα σκεύη και να τα τοποθετήσει στο ναό του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ, αφού βέβαια τον χτίσει στον τόπο που ήταν και προηγουμένως. 19Έτσι ο Σαναβάσσαρος ήρθε κι έβαλε τα θεμέλια του ναού κι από τότε μέχρι σήμερα χτίζεται κι ακόμα δεν έχει τελειώσει.
20»Τώρα, λοιπόν, αν το θεωρείς σωστό, κύριέ μας βασιλιά, ας εξετασθούν τα βασιλικά αρχεία στη Βαβυλώνα. 21Κι αν βρεθεί ότι η ανοικοδόμηση του ναού του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ γίνεται με τη συγκατάθεση του βασιλιά Κύρου, κι εφ’ όσον αυτό εσύ το θεωρείς ορθό, γνώρισέ μας την επιθυμία σου επί του προκειμένου».
Η ανακάλυψη του διατάγματος του Κύρου
(Εσδ 6,1-5)
22Πράγματι, ο βασιλιάς Δαρείος διέταξε να εξετάσουν τα βασιλικά αρχεία στη Βαβυλώνα. Βρέθηκε, λοιπόν, στα ανάκτορα των Εκβατάνων, στη Μηδία, ένας τόμος στον οποίο αναφέρονταν τα εξής:
23«Στον πρώτο χρόνο της βασιλείας του, ο βασιλιάς Κύρος διέταξε να ανοικοδομηθεί ο ναός του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ, όπου προσφέρονται ανελλιπώς θυσίες. 24Το ύψος και το πλάτος του ναού θα είναι από εξήντα πήχεις. Κάθε τρεις σειρές πελεκητά λιθάρια θα τοποθετείται μία σειρά καινούριο ντόπιο ξύλο. Τα έξοδα της ανοικοδόμησης θα πληρωθούν από τα ανάκτορα του βασιλιά Κύρου. 25Τα ιερά σκεύη του ναού του Κυρίου, τα χρυσά και τα ασημένια, που είχε αφαιρέσει ο Ναβουχοδονόσορ από το ναό στην Ιερουσαλήμ και τα είχε μεταφέρει στη Βαβυλώνα, δίνεται εντολή να επανέλθουν στο ναό της Ιερουσαλήμ, όπου ήταν πριν, και να τοποθετηθούν στη θέση τους».
Ο βασιλιάς Δαρείος διατάζει να συνεχιστούν τα έργα
(Εσδ 6,6-12)
26Τότε ο βασιλιάς Δαρείος διέταξε το Σισίννη, έπαρχο της Συρίας και της Φοινίκης, το Σαθραβουζάνη και τους άλλους αξιωματούχους και τους ηγεμόνες της περιοχής να μην αναμειγνύονται στις υποθέσεις του τόπου. Να αφήσουν το δούλο του Κυρίου και διοικητή της Ιουδαίας Ζοροβάβελ και τους πρεσβυτέρους των Ιουδαίων να χτίσουν το ναό εκείνο του Κυρίου, στην παλιά του θέση. 27«Επίσης διατάζω», τους έλεγε ο Δαρείος, «να αποπερατωθεί ο ναός και, μέχρις ότου τελειώσει, να κάνετε κι εσείς ό,τι μπορείτε για να βοηθήσετε τους Ιουδαίους, που έχουν επιστρέψει από την αιχμαλωσία. 28Επίσης, από τη φορολογία της Κοίλης Συρίαςιδ και της Φοινίκης να καταβάλλεται στο διοικητή Ζοροβάβελ κανονικά μισθός για τους ανθρώπους αυτούς, για τα βόδια, τα κριάρια και τα αρνιά που θα τα προσφέρουν θυσίες στον Κύριο. 29Επίσης κάθε χρόνο και χωρίς καμιά αντίρρηση, να δίδεται στους ιερείς της Ιερουσαλήμ σε σταθερή βάση σιτάρι, αλάτι, κρασί και λάδι, για τις καθημερινές ανάγκες όπως θα τους υποδεικνύουν οι ίδιοι. 30Αυτό θα γίνεται για να προσφέρονται θυσίες στον ύψιστο Θεό για το βασιλιά και τα παιδιά του, και να προσεύχονται για τη ζωή τους». 31Επίσης ο Δαρείος διάταζε: «Όποιος παραβεί ή αρνηθεί να εκτελέσει κάτι απ’ όσα έχουν γραφεί παραπάνω, να πάρουν ένα δοκάρι από το ίδιο του το σπίτι και να τον κρεμάσουν σ’ αυτό, και η περιουσία του να δημευθεί υπέρ του βασιλέως. 32Είθε ο Κύριος, του οποίου το όνομα οι άνθρωποι θα επικαλούνται εκεί, να εξαφανίσει κάθε βασιλιά και κάθε έθνος, που θ’ απλώσει το χέρι του να εμποδίσει την ανοικοδόμηση ή να καταστρέψει το ναό του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα. 33Εγώ, ο βασιλιάς Δαρείος, διατάζω να εκτελεστούν όλα αυτά με ακρίβεια».

Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 7
Τα εγκαίνια του ναού
(Εσδ 6,13-18)
1Ο Σισίννης, έπαρχος της Κοίλης Συρίας, ο Σαθραβουζάνης και οι άλλοι αξιωματούχοι ακολούθησαν τις διαταγές που έδωσε ο βασιλιάς Δαρείος:ιε 2Επέβλεπαν τα ιερά έργα με περισσότερη επιμέλεια, βοηθώντας τους πρεσβυτέρους των Ιουδαίων και τους υπευθύνους του ναού. 3Οι ιερές εργασίες πήγαιναν καλά, γιατί οι προφήτες Αγγαίος και Ζαχαρίας εμψύχωναν τους εργάτες με τα κηρύγματά τους. 4Έτσι οι Ιουδαίοι τελείωσαν την οικοδομή με τη διαταγή του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ. 5Ο άγιος ναός αποπερατώθηκε με την απόφαση των βασιλέων των Περσών Κύρου, Δαρείου και Αρταξέρξη, στις είκοσι τρεις του μήνα Αδάρ, τον έκτο χρόνο της βασιλείας του Δαρείου.ις 6Τότε όλοι οι Ισραηλίτες, ιερείς και λευίτες και οι υπόλοιποι που στο μεταξύ γύρισαν από την αιχμαλωσία και ενώθηκαν μ’ αυτούς, έκαναν σύμφωνα με όσα ορίζει το βιβλίο του Μωυσή. 7Με την ευκαιρία των εγκαινίων του ναού του Κυρίου πρόσφεραν εκατό βόδια, διακόσια κριάρια, τετρακόσια αρνιά, 8και δώδεκα κατσίκια, θυσία εξιλέωσης για τις αμαρτίες του λαού Ισραήλ, ένα κατσίκι για κάθε αρχηγό φυλής. 9Οι ιερείς και οι λευίτες στολισμένοι πήραν τις θέσεις τους κατά συγγένειες, έτοιμοι για τις υπηρεσίες του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο βιβλίο του Μωυσή. Οι θυρωροί του ναού στέκονταν καθένας μπροστά σε κάθε πύλη.
Ο εορτασμός του Πάσχα
(Εσδ 6,19-22)
10Ο λαός που είχε γυρίσει από την αιχμαλωσία γιόρτασε το Πάσχα στις δεκατέσσερις του πρώτου μήνα. Οι ιερείς και οι λευίτες είχαν εξαγνιστεί όλοι μαζί ταυτόχρονα. 11Δεν έκαναν ομαδικό καθαρισμό όλοι οι Ισραηλίτες που γύρισαν από την αιχμαλωσία· μόνον οι λευίτες εξαγνίστηκαν ομαδικά. 12Οι λευίτες έσφαξαν τα αρνιά για τις πασχαλινές θυσίες για όλους όσοι είχαν επιστρέψει, κι επίσης για τους ιερείς και για τους εαυτούς τους. 13Από τις θυσίες έφαγαν οι Ισραηλίτες που είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία· λάτρευσαν τον Κύριο και αποκήρυξαν τις ειδωλολατρικές συνήθειες των λαών της γύρω περιοχής. 14Γιόρτασαν τη γιορτή των Αζύμων εφτά μέρες και ευφράνθηκαν ενώπιον του Κυρίου, 15του Θεού του Ισραήλ, γιατί άλλαξε τη γνώμη του βασιλιά των Ασσυρίωνιζ γι’ αυτούς, και τους υποστήριξε στο έργο τους.
Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 8
Η άφιξη του Έσδρα στην Ιερουσαλήμ
(Εσδ 7,1-10)
1Μετά από πολύν καιρό, όταν βασιλιάς των Περσών ήταν ο Αρταξέρξης,ιη ήρθε στην Ιερουσαλήμ ο Έσδρας, γιος του Σαραίου· η υπόλοιπη ανιούσα προγονική γραμμή του ήταν: Εζερίας, Χελκίας, Σαλήμος, 2Σαδδούκος, Αχιτώβ, Αμαρίας, Οζίας, Βοκκά, Αβισουέ, Φινεές, Ελεάζαρ, αρχιερέας Ααρών.
3-4Ο Έσδρας ήταν έμπειρος και βαθύς γνώστης του νόμου, που ο Θεός του Ισραήλ είχε δώσει στο Μωυσή. Ο βασιλιάς τού είχε μεγάλη εκτίμηση και του έκανε όποια χάρη κι αν του ζητούσε. Ανέβηκε, λοιπόν, και ο Έσδρας από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ, 5και μαζί του ανέβηκαν πολλοί άλλοι Ισραηλίτες, τον πέμπτο μήνα του έβδομου έτους της βασιλείας του Αρταξέρξη· ανάμεσά τους ήταν ιερείς και λευίτες, ψάλτες, θυρωροί και υπηρέτες του ναού. 6Την πρώτη μέρα του πρώτου μήνα αναχώρησαν από τη Βαβυλώνα, και την πρώτη μέρα του πέμπτου μήνα έφτασαν στα Ιεροσόλυμα, μετά από ένα καλό ταξίδι που τους χάρισε ο Κύριος. 7Ο Έσδρας γνώριζε πολύ καλά το νόμο του Κυρίου και τις εντολές του με κάθε λεπτομέρεια· έτσι ήταν σε θέση να διδάξει τους Ισραηλίτες όλες τις διαταγές και τις ποινές.
Το διάταγμα που δίνεται στον Έσδρα
(Εσδ 7,11-26)
8Το κείμενο που ακολουθεί είναι αντίγραφο της γραπτής διαταγής, που δόθηκε από το βασιλιά Αρταξέρξη στον Έσδρα τον ιερέα και γνώστη του νόμου του Θεού:
9«Ο βασιλιάς Αρταξέρξης χαιρετίζει τον Έσδρα, ιερέα και γνώστη του νόμου του Κυρίου.
10»Στο πνεύμα της φιλανθρωπίας μου αποφασίζω και διατάζω για όλο το βασίλειό μου, όσοι θέλουν από το ιουδαϊκό έθνος κι επίσης οι ιερείς και οι λευίτες, μπορούν να έρθουν μαζί σου στα Ιεροσόλυμα. 11Όσοι λοιπόν το έχουν αποφασίσει, ας ξεκινήσουν μαζί σου, γιατί έτσι το θεώρησα καλό εγώ και οι εφτά σύμβουλοί μου, που ονομάζονται φίλοι του βασιλιά. 12Ας έρθουν να ερευνήσουν την κατάσταση στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ, αν τηρείται πιστά ο νόμος του Κυρίου. 13Επίσης να πάρουν μαζί τους στην Ιερουσαλήμ τα δώρα που εγώ και οι σύμβουλοί μου έχουμε υποσχεθεί να προσφέρουμε στον Κύριο του Ισραήλ, καθώς και όλο το χρυσάφι και το ασήμι που ανήκει στον Κύριο και βρίσκεται στη Βαβυλώνα, μαζί με τα αφιερώματα του λαού προς το ναό του Κυρίου τους στην Ιερουσαλήμ, και να τα προσφέρουν στον Κύριο εκεί. 14Να συγκεντρωθεί το χρυσάφι και το ασήμι που χρειάζεται για ν’ αγοραστούν βόδια, κριάρια, αρνιά και τα σχετικά, 15για να προσφέρουν οι Ισραηλίτες θυσίες στο θυσιαστήριο του Κυρίου τους στην Ιερουσαλήμ.
16»Μπορείς να χρησιμοποιήσεις το χρυσάφι και το ασήμι όπως θέλεις εσύ και οι συμπατριώτες σου σύμφωνα με το θέλημα του Θεού σου. 17-18Επίσης μπορείς να πάρεις από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο τα ιερά σκεύη του Κυρίου, που σου δίνονται για να χρησιμοποιηθούν στο ναό του Θεού σου στην Ιερουσαλήμ, καθώς και ο,τιδήποτε άλλο χρειαστείς για την υπηρεσία στο ναό.
19»Εγώ, ο βασιλιάς Αρταξέρξης, διατάζω τους θησαυροφύλακες της Συρίας και της Φοινίκης να δίνουν χωρίς αντίρρηση στον Έσδρα τον ιερέα και γνώστη του νόμου του ύψιστου Θεού όσα τους ζητήσει, μέχρι και εκατό ασημένια τάλαντα, 20εκατό κορ σιτάρι, εκατό μετρητέςιθ κρασί και άφθονο αλάτι. 21Ας γίνουν όλα με κάθε επιμέλεια προς τιμήν του ύψιστου Θεού σύμφωνα με το νόμο του, για να μην οργιστεί εναντίον της βασιλείας της δικής μου και των διαδόχων μου.
22»Σας γνωστοποιείται ότι στους ιερείς, στους λευίτες, στους ψάλτες, στους θυρωρούς, στους υπηρέτες του ναού και σ’ όποιον άλλο απασχολείται σ’ αυτόν, δε θα επιβάλλεται καμιά φορολογία ούτε άλλη επιβάρυνση και κανένας δε θα έχει το δικαίωμα να επιβάλει σ’ αυτούς ο,τιδήποτε.
23»Κι εσύ Έσδρα, με τη σοφία του Θεού, να διορίσεις διοικητές και δικαστές για να δικάζουν σ’ όλη τη Συρία και τη Φοινίκη, από εκείνους που γνωρίζουν το νόμο του Θεού σου. Και σ’ όσους δεν τον γνωρίζουν να τους τον διδάξεις. 24Όλοι όσοι θα παραβαίνουν το νόμο του Θεού σου και του βασιλιά, θα τιμωρούνται αυστηρά με θάνατο ή με χρηματική ποινή ή με εξορία ή με όποια άλλη τιμωρία».
Ο Έσδρας δοξολογεί το Θεό
(Εσδ 7,27-28)
25Τότε ο Έσδρας, ο γνώστης του νόμου του Θεού, είπε: «Ας είναι δοξασμένος ο μοναδικός Κύριος, που έβαλε στο νου του βασιλιά να αποκαταστήσει την παλιά δόξα του ναού στην Ιερουσαλήμ, 26και τίμησε κι εμένα μπροστά στο βασιλιά και τους συμβούλους του, τους φίλους και τους άρχοντές του. 27Πράγματι, ο Κύριος ο Θεός μου μου έδωσε θάρρος και συγκέντρωσα πολλούς Ισραηλίτες, για ν’ ανεβούν μαζί μου στην Ιερουσαλήμ».
Αυτοί που επέστρεψαν υπό τον Έσδρα
(Εσδ 8,1-14)
28Αυτοί είναι οι αρχηγοί κατά συγγένειες και κατά οικογένειες, που ανέβηκαν μαζί μου από τη Βαβυλώνα, την εποχή του βασιλιά Αρταξέρξη:
29Από τη συγγένεια του Φινεές, ο Γορσόμος· του Ιεταμάρου, ο Γαμήλος· του Δαβίδ, ο Αττούς γιος του Σεχενίου. 30Από τη συγγένεια του Φόρος, ο Ζαχαρίας και μαζί του είχαν γραφτεί εκατόν πενήντα άντρες. 31Από τη συγγένεια του Φααθμωάβ, ο Ελιαωνίας γιος του Ζαραίου και μαζί του διακόσιοι άντρες. 32Από τη συγγένεια του Ζαθόης, ο Σεχενίας γιος του Ιεζήλου και μαζί του τριακόσιοι άντρες· από τη συγγένεια του Αδίνου, ο Βην-Ιωνάθαν και μαζί του διακόσιοι πενήντα άντρες. 33Από τη συγγένεια του Ηλάμ, ο Ιεσίας γιος του Γοθολία και μαζί του εβδομήντα άντρες. 34Από τη συγγένεια του Σαφατία, ο Ζαραΐας γιος του Μιχαήλου και μαζί του εβδομήντα άντρες. 35Από τη συγγένεια του Ιωάβ, ο Αβαδίας γιος του Ιεζήλου και μαζί του διακόσιοι δώδεκα άντρες. 36Από τη συγγένεια του Βανί, ο Ασσαλιμώθ γιος του Ιωσαφία και μαζί του εκατόν εξήντα άντρες. 37Από τη συγγένεια του Βαβί, ο Ζαχαρίας γιος του Βηβαΐ, και μαζί του είκοσι οκτώ άντρες. 38Από τη συγγένεια του Ασγάθ, ο Ιωάννης γιος του Ακατάν και μαζί του εκατόν δέκα άντρες. 39Από τη συγγένεια του Αδωνικάμ επέστρεψαν την τελευταία μέρα οι: Ελιφαλατός, Ιεουήλ, και Σαφαίας και μαζί τους εβδομήντα άντρες. 40Από τη συγγένεια του Βαγώ, ο Ουθί γιος του Ισταλκούρου, και μαζί του εβδομήντα άντρες.
Ο Έσδρας βρίσκει ιερείς και λευίτες για το ναό
(Εσδ 8,15-20)
41Όλους αυτούς τους συγκέντρωσα στον ποταμό Θεράν και στρατοπεδεύσαμε εκεί τρεις μέρες. Τους επιθεώρησα 42και διαπίστωσα πως δεν υπήρχε εκεί κανένας ιερέας ή λευίτης. 43Έστειλα λοιπόν ανθρώπους στους: Ελεάζαρο, Ιδουήλο, Μαασμάν, Ελνατάν, Σαμαΐα, Ιώρηβο, Νάθαν, Εννατάν, Ζαχαρία και Μεσόλαμο, που ήταν αρχηγοί και έμπειροι άνθρωποι, 44και τους διέταξα να πάνε στον Αδδαίο τον προϊστάμενο του θησαυροφυλακίου 45και να ζητήσουν απ’ αυτόν, από τους συναδέλφους του και τους άλλους αξιωματούχους του θησαυροφυλακίου να μας στείλουν ιερείς για να υπηρετήσουν στο ναό του Κυρίου μας. 46Εκείνοι με τη βοήθεια του Κυρίου μάς έστειλαν άντρες έμπειρους: Τον Ασεβηβία από τη συγγένεια του Μοολί, απογόνου του Λευί, γιου του Ισραήλ, μαζί με δεκαοχτώ από τους γιους του και τους συγγενείς του. 47Τον Ασεβία, τον Άννουνο και τον αδερφό του Ωσαΐα, από τη συγγένεια του Χανουναίου, μαζί με είκοσι από τους γιους τους. 48Επίσης υπήρχαν διακόσιοι είκοσι υπηρέτες του ναού, που τους προγόνους τους τους είχε διορίσει ο Δαβίδ και οι αξιωματούχοι του για να βοηθούν τους λευίτες. Όλων τα ονόματα καταγράφηκαν.
Οι προετοιμασίες για το ταξίδι
(Εσδ 8,21-30)
49Εκεί, στις όχθες του ποταμού Θερά, όρισα νηστεία για τους νέους ενώπιον του Κυρίου μας, 50για να ζητήσουμε από αυτόν καλό ταξίδι για μας και τα παιδιά μας, που έρχονταν μαζί μας και για τα ζώα μας. 51Ντράπηκα να ζητήσω από το βασιλιά να μας δώσει συνοδεία πεζικό και ιππικό για να μας προστατεύουν από τους εχθρούς μας, 52γιατί του είχαμε πει ότι ο Κύριός μας με τη δύναμή του θα συμπαραστεκόταν σ’ αυτούς που τον λατρεύουν, μέχρις ότου αποκατασταθούν πλήρως. 53Έτσι λοιπόν προσευχηθήκαμε πάλι στον Κύριό μας και εξασφαλίσαμε την εύνοιά του.
54Από τους αρχηγούς των ιερέων ξεχώρισα τους Σερεβία και Ασαβία, και μαζί μ’ αυτούς άλλους δέκα άντρες. 55Μετά ζύγισα το ασήμι, το χρυσάφι και τα ιερά σκεύη του ναού του Κυρίου μας, που είχαν δωρίσει ο ίδιος ο βασιλιάς, οι σύμβουλοί του, οι αξιωματούχοι του και ο ισραηλιτικός λαός, και τα παρέδωσα σ’ αυτούς. 56Αναλυτικά τους ζύγισα τα εξής: Εξακόσια πενήντα τάλαντα ασήμι και ασημένια σκεύη αξίας εκατό ταλάντων· εκατό χρυσά τάλαντα, είκοσι χρυσά σκεύη και δώδεκα χάλκινα από καλό χαλκό, που έλαμπαν σαν χρυσά. 57Και τους είπα: «Εσείς είστε αφιερωμένοι στον Κύριο των προγόνων μας· το ίδιο και τα σκεύη, το ασήμι και το χρυσάφι. 58Προσέξτε τα και φυλάξτε τα, μέχρις ότου τα παραδώσετε στους αρχηγούς των ιερέων και των λευιτών και στους πρεσβυτέρους του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, στα σκευοφυλάκια του ναού του Κυρίου μας». 59Παρέλαβαν λοιπόν οι ιερείς και οι λευίτες το ασήμι, το χρυσάφι και τα σκεύη, για να τα φέρουν στο ναό του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ.
Άφιξη στην Ιερουσαλήμ
(Εσδ 8,31-36)
60Στις δώδεκα του πρώτου μήνα ξεκινήσαμε από τον ποταμό Θερά και με τη βοήθεια του Κυρίου μας ήρθαμε στην Ιερουσαλήμ. Το δυνατό του χέρι μας προστάτευε από κάθε εχθρό, ώσπου φτάσαμε στην πόλη. 61Αφού μείναμε εκεί τρεις μέρες, ζυγίσαμε το ασήμι και το χρυσάφι και το παραδώσαμε στο ναό του Κυρίου μας, στον ιερέα Μαρμωθί, γιο του Ουρία. 62Μαζί του ήταν κι ο Ελεάζαρ, γιος του Φινεές και οι λευίτες Ιωσαβδός, γιος του Ιησού και Μωέθ, γιος του Σαβάννου. Αριθμήθηκαν όλα τα σκεύη, ζυγίστηκαν και καταγράφτηκε το βάρος τους.
63Όσοι είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο, το Θεό του Ισραήλ, για τη σωτηρία τους. Πρόσφεραν θυσία δώδεκα βόδια για όλους τους Ισραηλίτες, ενενήντα έξι κριάρια, εβδομήντα δύο αρνιά και δώδεκα τράγους. 64Μετά παρέδωσαν τις διαταγές του βασιλιά στους βασιλικούς διαχειριστές και στους διοικητές της Κοίλης Συρίαςκ και της Φοινίκης, οι οποίοι τότε τίμησαν το έθνος και το ναό του Κυρίου.
Οι μικτοί γάμοι των Ισραηλιτών
(Εσδ 9,1-15)
65Όταν τέλειωσαν όλα, με πλησίασαν μερικοί από τους αρχηγούς των Ισραηλιτών και μου είπαν: 66«Ο λαός, οι άρχοντες, οι ιερείς και οι λευίτες δεν έχουν διακόψει τους δεσμούς τους από τους ξένους γειτονικούς λαούς, δηλαδή τους Χαναναίους, τους Χετταίους, τους Φερεζαίους, τους Ιεβουσαίους, τους Μωαβίτες, τους Αιγύπτιους και τους Ιδουμαίους, αλλά εξακολουθούν να τηρούν τα βδελυρά έθιμα εκείνων. 67Αυτοί και οι γιοι τους έχουν στο μεταξύ πάρει γυναίκες από τις κόρες αυτών των λαών. Έτσι ο άγιος λαός έχει αναμειχθεί με τους ξένους λαούς της περιοχής· ακόμα και οι άρχοντες και οι αξιωματούχοι έχουν πάρει μέρος σ’ αυτήν την αμαρτία από τον πρώτο κιόλας καιρό».
68Εγώ όταν τ’ άκουσα αυτά, διέρρηξα τα ιμάτιά μουκα και την ιερατική στολή μου· τραβούσα τα μαλλιά μου και τα γένια μου, και καθόμουν στο έδαφος σκεφτικός και λυπημένος. 69Πενθούσα έτσι για την αμαρτία, μέχρι την ώρα της βραδινής θυσίας. Γύρω μου είχαν μαζευτεί πολλοί από το λαό, όσοι ακόμα είχε επίδραση πάνω τους ο λόγος του Κυρίου του Ισραήλ.
70Μετά σηκώθηκα από τη νηστεία, κι έτσι όπως ήμουν με σκισμένα τα ρούχα μου και την ιερατική στολή μου, γονάτισα, σήκωσα τα χέρια μου στον Κύριο και είπα: 71«Κύριε, τα ’χω χαμένα, και ντρέπομαι να σε κοιτάξω, 72γιατί μας έπνιξαν οι αμαρτίες μας, και η άγνοιά μας φτάνει μέχρι τον ουρανό. 73Από την εποχή των προγόνων μας μέχρι σήμερα, πάντα ήμασταν αμαρτωλοί. 74Για τις δικές μας αμαρτίες και των προγόνων μας πέσαμε στα χέρια των ξένων βασιλιάδων εμείς, οι συγγενείς μας, οι βασιλιάδες μας και οι ιερείς μας. Μας κατέσφαξαν, μας έσυραν στην αιχμαλωσία, μας λεηλάτησαν και ζούμε μέχρι τώρα καταντροπιασμένοι. 75Τώρα όμως, Κύριε, είναι λίγος καιρός που μας λυπήθηκες και γλίτωσε από μας ένα υπόλοιπο με το όνομα “Ισραήλ” εδώ, στον τόπο που βρίσκεται ο ναός σου. 76Έκανες το άστρο του έθνους μας να λάμψει ξανά, αφού μας έθρεψες στα χρόνια της δουλείας μας. 77Ακόμα και τότε που ήμασταν δούλοι εσύ, Κύριέ μας, δε μας εγκατέλειψες. Έκανες να μας ευνοήσουν οι βασιλιάδες των Περσών, 78και να μας δώσουν τροφή, ν’ αποκαταστήσουν τη δόξα του ναού σου, να ξαναχτίσουν την ερημωμένη Σιών και να μας δώσουν έναν ασφαλή τόπο εδώ στην Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ.
79»Τώρα, όμως, τι να πούμε Κύριε, που ύστερα απ’ όλα αυτά εμείς έχουμε παραβεί πάλι τις διαταγές που μας έδωσες με τους δούλους σου τους προφήτες; Αυτοί μας είπαν ότι 80η χώρα που θα μπαίναμε να την κληρονομήσουμε θα ήταν μολυσμένη από τους ξένους λαούς της χώρας, που την είχαν γεμίσει με τα βδελυρά τους είδωλα. 81Και μας είπαν να μην παντρέψουμε τις κόρες μας με τους γιους τους, ούτε να πάρουμε τις δικές τους κόρες γυναίκες στους γιους μας. 82Ακόμη μας είπαν να μην κάνουμε ποτέ ειρήνη μ’ αυτούς, αν θέλαμε να τους νικήσουμε, να απολαύσουμε τα αγαθά της χώρας, και να τα μεταβιβάζουμε εσαεί ως ιδιοκτησία στους απογόνους μας. 83Αλλά παρ’ όλα αυτά που μας βρήκαν ως τιμωρία για τις βδελυρές μας πράξεις και τις μεγάλες μας αμαρτίες, 84εσύ, Κύριε, μας τιμώρησες ελαφρότερα απ’ όσο αξίζαμε κι έτσι άφησες αυτό το υπόλοιπο του λαού να επιζήσει. Και τώρα που εμείς ξαναγυρίζουμε και παραβαίνουμε το νόμο σου κι ερχόμαστε σε επιμειξία με τα γύρω ακάθαρτα έθνη, 85εσύ δεν οργίζεσαι εναντίον μας να μας καταστρέψεις τελείως και να μην αφήσεις κανέναν μας να ζήσει, να μείνουμε χωρίς απογόνους και χωρίς το όνομα του έθνους μας. 86Κύριε του Ισραήλ είσαι πιστός σ’ εμάς, που άφησες να επιζήσει μέχρι σήμερα ένα υπόλοιπο του λαού μας. 87Και τώρα είμαστε εδώ ενώπιόν σου με τις αμαρτίες μας, ενώ εξαιτίας τους δεν έχουμε το δικαίωμα να στεκόμαστε μπροστά σου».
Η διάλυση των μικτών γάμων
(Εσδ 10,1-17)
88Την ώρα που ο Έσδρας προσευχόταν και τα ομολογούσε όλα αυτά με κλάματα, πεσμένος στο έδαφος μπροστά στο ναό, συγκεντρώθηκε γύρω του πολύς λαός από την Ιερουσαλήμ, άντρες, γυναίκες και παιδιά, κι είχε ξεσπάσει μεγάλος θρήνος ανάμεσά τους. 89Τότε ένας από τους Ισραηλίτες, ο Ιεχονίας γιος του Ιεήλου, φώναξε στον Έσδρα: «Πράγματι, αμαρτήσαμε στον Κύριο και πήραμε γυναίκες από τους ειδωλολατρικούς λαούς που κατοικούν στην περιοχή. Υπάρχει όμως ακόμα και τώρα ελπίδα για τον Ισραήλ. 90Ας υποσχεθούμε τώρα στον Κύριο με όρκο να διώξουμε όλες τις γυναίκες μας που πήραμε από τους ξένους λαούς, μαζί με τα παιδιά τους. Θα κάνουμε ό,τι νομίζεις σωστό εσύ και όσοι υπακούν στο νόμο του Κυρίου. 91Είναι όμως δική σου ευθύνη. Σήκω και κάνε το, κι εμείς θα σε βοηθήσουμε».
92Σηκώθηκε λοιπόν ο Έσδρας και όρκισε τους αρχηγούς των ιερέων και των λευιτών του Ισραήλ να κάνουν όπως υποσχέθηκαν.

Α΄ ΕΣΔΡΑΣ 9
1Μετά ο Έσδρας πήγε από την αυλή του ναού στο σκευοφυλάκιο του Ιωνάν, γιου του Ελιασίβου, 2και πέρασε τη νύχτα του εκεί. Δεν έφαγε ούτε ήπιε τίποτα και πενθούσε για τις αμαρτίες του λαού, που ήταν τόσο μεγάλες.
3Ειδοποιήθηκαν λοιπόν σ’ όλη την Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ να συγκεντρωθούν στην Ιερουσαλήμ όλοι όσοι είχαν επιστρέψει από την αιχμαλωσία. 4Όσοι δεν θα παρουσιάζονταν σε δυο τρεις μέρες, σύμφωνα με την απόφαση των προϊσταμένων πρεσβυτέρων, θα γινόταν κατάσχεση στα ζώα τους και οι ίδιοι θα αποκόπτονταν απ’ τον υπόλοιπο λαό, που είχε γυρίσει από την αιχμαλωσία. 5Σε τρεις μέρες, λοιπόν, την εικοστή ημέρα του ένατου μήνα, συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ όσοι κατάγονταν από τις φυλές Ιούδα και Βενιαμίν 6και κάθισαν μαζί όλος ο λαός στον ανοιχτό χώρο του ναού τρέμοντας από το χειμωνιάτικο κρύο που επικρατούσε.
7Τότε ο Έσδρας σηκώθηκε και τους είπε: «Εσείς έχετε παραβεί το νόμο, επειδή πήρατε αλλοεθνείς γυναίκες, κι έτσι προσθέσατε αμαρτίες στον ισραηλιτικό λαό. 8Τώρα, λοιπόν, ευχαριστήστε και δοξάστε τον Κύριο το Θεό των προγόνων μας 9και εκπληρώστε το θέλημά του: Αποχωριστείτε από τους ειδωλολάτρες που κατοικούν στη χώρα μας και διώξτε τις αλλοεθνείς γυναίκες σας».
10Τότε ο λαός απάντησε με δυνατή φωνή: «Όπως είπες, έτσι θα κάνουμε. 11Το πλήθος όμως είναι πολύ και δεν μπορούμε να μείνουμε στο ύπαιθρο χειμώνα καιρό· δεν έχουμε βρει ακόμη καταλύματα. Η υπόθεση αυτή δεν είναι έργο μιας ή δυο ημερών, γιατί είμαστε πολλοί που έχουμε πέσει σ’ αυτή την αμαρτία. 12Ας μείνουν εδώ μόνο οι άρχοντές μας· και όσοι από τα μέρη μας έχουν πάρει αλλοεθνείς γυναίκες ας έρθουν εδώ έναν ορισμένο χρόνο, 13μαζί με τους άρχοντες και τους δικαστές κάθε τόπου. Έτσι θ’ αποτρέψουμε την οργή του Κυρίου γι’ αυτήν την πράξη μας». 14Την τήρηση της διαδικασίας αυτής την ανέλαβαν ο Ιωναθάς, γιος του Αζαήλου και ο Ιεζίας, γιος του Θοκανού, με βοηθούς το Μοσόλλαμο, το Λευί και το Σαββαταίο.
15Αυτοί που είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία έκαναν λεπτομερή έρευνα όλων των περιπτώσεων. 16Ο ιερέας Έσδρας διόρισε άντρες από τους αρχηγούς των συγγενειών, και κατέγραψε τα ονόματά τους. Την πρώτη μέρα του δέκατου μήνα συνεδρίασαν για ν’ αρχίσουν την έρευνα. 17Και μέσα σε τρεις μήνες είχαν τελειώσει με τη διερεύνηση όλων των περιπτώσεων των αντρών που είχαν πάρει γυναίκες αλλοεθνείς.
Κατάλογος όσων είχαν αλλοεθνείς γυναίκες
(Εσδ 10,18-44)
18Αυτά είναι τα ονόματα των ιερέων, που είχαν συγκεντρωθεί εκεί και βρέθηκαν να έχουν πάρει αλλοεθνείς γυναίκες: 19Από τη συγγένεια του Ιησού, γιου του Ιωσεδέκ, και τους αδερφούς του, ο Μασήας, ο Ελεάζαρος, ο Ιώριβος και ο Ιωδάνος. 20Έδωσαν τα χέρια και υποσχέθηκαν να χωρίσουν τις γυναίκες τους· επίσης πρόσφεραν κριάρια για να εξιλεωθούν από την αμαρτία τους. 21Από τη συγγένεια του Εμμήρ, ο Ανανίας, ο Ζαβδαίος, ο Μάνης, ο Σαμαίος, ο Ιηήλ και ο Αζαρίας. 22Από τη συγγένεια του Φαισούρ, ο Ελιωναΐς, ο Μασσίας, ο Ισμαήλος, ο Ναθαναήλος, ο Ωκίδηλος και ο Σάλθας.
23Από τους λευίτες: Ο Ιωζάβδος, ο Σεμεΐς, ο Κώλιος, δηλαδή ο Καλιτάς, ο Παθαίος, ο Ιούδας και ο Ιωανάς.
24Από τους ψάλτες: Ο Ελιάσιβος, και ο Βακχούρος.
25Από τους θυρωρούς: Ο Σαλλούμος και ο Τολβάνης.
26Από τους υπόλοιπους Ισραηλίτες: Από τη συγγένεια του Φόρος, ο Ιερμάς, ο Ιεζίας, ο Μελχίας, ο Μιαμίνος, ο Ελεάζαρος, ο Ασιβίας και ο Βανναίας. 27Από τη συγγένεια του Ηλάμ, ο Ματανίας, ο Ζαχαρίας, ο Ιεζριήλος, ο Ωβαδίος, ο Ιερεμώθ και ο Ηλίας. 28Από τη συγγένεια του Ζαμόθ, ο Ελιαδάς, ο Ελιάσιμος, ο Οθονίας, ο Ιαριμώθ, ο Σάβαθος και ο Ζερδαΐας. 29Από τη συγγένεια του Βηβαΐ, ο Ιωάννης, ο Ανανίας, ο Ζαβδός και ο Εμαθίς. 30Από τη συγγένεια του Μανί, ο Ωλαμός, ο Μαμούχος, ο Ιεδαίος, ο Ιασούβος, ο Αασαήλος και ο Ιερεμώθ. 31Από τη συγγένεια του Αδδί, ο Νάαθος, ο Μοοσίας, ο Λακκούνος, ο Ναΐδος, ο Βεσκασπασμύς, ο Σεσθύλ, ο Βαλνούος και ο Μανασσήας. 32Από τη συγγένεια του Αννάν, ο Ελιωνάς, ο Ασαΐας, ο Μελχίας, ο Σαβαΐας, και ο Σίμων ο Χοσαμαίος. 33Από τη συγγένεια του Ασόμ, ο Μαλτανναίος, ο Ματταθίας, ο Σαβανναίος, ο Ελιφαλάτ, ο Μανασσής και ο Σεμεΐ. 34Από τη συγγένεια του Βαανί, ο Ιερεμίας, ο Μομδίος, ο Μαήρος, ο Ιουήλ, ο Μαμδαΐ, ο Πεδίας, ο Άνως, ο Καραβασιών, ο Ελιάσιβος, ο Μαμνιτάναιμος, ο Ελίασις, ο Βαννούς, ο Ελιαλίς, ο Σομεΐς, ο Σελεμίας, και ο Ναθανίας. Από τη συγγένεια του Εζωρά, ο Σεσσίς, ο Εζρίλ, ο Αζαήλος, ο Σαματός, ο Ζαμβρίς και ο Ιώσηπος. 35Από τη συγγένεια του Νοομά, ο Μαζιτίας, ο Ζαβαδαίας, ο Ηδαΐς, ο Ιουήλ και ο Βαναίας. 36Όλοι αυτοί είχαν πάρει αλλοεθνείς γυναίκες και τις έδιωξαν μαζί με τα παιδιά τους.
Ο Έσδρας διαβάζει στους Ισραηλίτες το νόμο
(Νε 7,72–8,12)
37Οι ιερείς και οι λευίτες και πολλοί από τους Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στην Ιερουσαλήμ και στη γύρω περιοχή. Τον έβδομο μήνα οι Ισραηλίτες είχαν όλοι εγκατασταθεί στα σπίτια τους. Την πρώτη μέρα του ίδιου μήνα 38συγκεντρώθηκαν όλοι τους στον ανοιχτό χώρο που βρίσκεται μέσα από την ανατολική πύλη του ναού, 39και είπαν στον Έσδρα τον αρχιερέα και γνώστη του νόμου του Μωυσή να φέρει το βιβλίο του νόμου, που είχε παραδοθεί από τον Κύριο, το Θεό του Ισραήλ. 40Τότε ο Έσδρας έφερε το νόμο μπροστά σ’ όλο το λαό –άντρες, γυναίκες και ιερείς– για να τον ακούσουν. 41Εκεί, στον ανοιχτό χώρο μπροστά στην πύλη του ναού, τούς διάβαζε το νόμο από νωρίς το πρωί μέχρι το μεσημέρι. Και όλος ο λαός άκουγε με προσοχή.
42Ο Έσδρας είχε σταθεί σε μια ξύλινη εξέδρα που είχε ειδικά κατασκευαστεί. 43Κοντά του στα δεξιά είχαν σταθεί ο Ματταθίας, ο Σαμμούς, ο Ανανίας, ο Αζαρίας, ο Ουρίας, ο Εζεκίας και ο Βαάλσαμος. 44Στ’ αριστερά ο Φαδαίος, ο Μισαήλ, ο Μελχίας, ο Λωθάσουβος, ο Ναβαρίας και ο Ζαχαρίας.
45Ο Έσδρας, από την τιμητική θέση που στεκόταν, σήκωσε ψηλά το βιβλίο να το δουν όλοι. 46Κι όταν άνοιξε το νόμο στάθηκαν όλοι όρθιοι. Τότε ο Έσδρας δόξασε τον ύψιστο Θεό, τον κραταιό Κύριο του σύμπαντος. 47Κι όλος ο λαός αναφώνησε: «Αμήν!» Σήκωσαν ψηλά τα χέρια κι έπεσαν στη γη και προσκύνησαν τον Κύριο.
48Οι παρακάτω λευίτες δίδασκαν το νόμο του Κυρίου και τον διάβαζαν στο λαό, βοηθώντας τους να καταλάβουν αυτά που διάβαζαν: Ιησούς, Ανιούθ, Σαραβίας, Ιαδινός, Ιάκουβος, Σαββαταίος, Αυταίας, Μαιάνας, Καλίτας, Αζαρίας, Ιώζαβδος, Ανανίας και Φαλίας.
49-50Όταν ο λαός άκουσε το νόμο συγκινήθηκαν όλοι και άρχισαν να κλαίνε. Τότε ο Ατταράτηςκβ είπε στον Έσδρα, τον ιερέα και γνώστη του νόμου και σ’ όλους τους λευίτες που δίδασκαν το λαό: «Αυτή η ημέρα είναι αφιερωμένη στον Κύριο. 51Πηγαίνετε λοιπόν και φάτε από τα πιο εκλεκτά φαγητά, πιείτε γλυκό κρασί και στείλτε μερίδες σ’ όσους δεν έχουν, 52γιατί αυτή η ημέρα είναι αφιερωμένη στον Κύριο. Και μη λυπάστε, γιατί ο Κύριος θα σας ξαναδώσει την παλιά σας δόξα».
53Με τη σειρά τους οι λευίτες παρότρυναν το λαό: «Η μέρα αυτή είναι άγια· μη λυπάστε». 54Έτσι όλοι έφυγαν και πήγαν να φάνε, να πιούνε και να χαρούν. Έστειλαν μερίδες και σ’ εκείνους που δεν είχαν. Ήταν όλοι τους πανευτυχείς, 55γιατί με τα λόγια που διδάχτηκαν είχαν εμψυχωθεί.
Μετά συγκεντρώθηκαν πάλι


Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Η ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων, τίτλων  και εικόνων έγινε από τον N.B.B

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση  κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net

Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |